Η Ένωση της ΡΟΕΔ με τον Οικουμενισμό και ο Βιτάλιος
6.2.3 Βιτάλιος και Λαύρος
Το 1999 η Σύνοδος της ΡΟΕΔ κυκλοφόρησε εγκύκλιο προς τον Ιερό Κλήρο αυτής, εξ αφορμής των βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ στην Σερβία, εντέλλοντάς τους να προσθέσουν στις δεήσεις τους και τα εξής: «Υπέρ του δοκιμαζομένου λαού της Σερβίας» και «Υπέρ του Αγιωτάτου Πατριάρχου Σερβίας Παύλου, των Αρχιερέων και παντός του Κλήρου και του Λαού της Σερβίας» και αυτό σε αντίθεση με μία προηγούμενη εγκύκλιο η οποία είχε κυκλοφορήσει δύο εβδομάδες πριν (στις 31 Ιουλίου 1999) δια της οποίας απαγορευόταν κάθε συλλειτουργία με Κληρικούς του Πατριαρχείου Σερβίας, λόγω της συμμετοχής του στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών549. Αλλά και το Πατριαρχείο Σερβίας το 2000 διέκοψε κάθε δεσμό με την ΡΟΕΔ κατ’ απαίτησιν του Πατριαρχείου Μόσχας.
Στις 18 Φεβρουαρίου / 2 Μαρτίου 2000 η Ιερά Σύνοδος της ΡΟΕΔ εξέδωσε μία ανακοίνωση σχετικώς με την δήλωση του Πατριαρχείου Μόσχας που είχε γίνει τότε ότι διεκδικώντας όλη την εκκλησιαστική περιουσία της Ρωσικής Διασποράς διότι «αυτό και
μόνον αυτό (το Πατριαρχείο Μόσχας) είναι ο νόμιμος κληρονόμος της προ-Επαναστατικής Εκκλησίας, οπότε οι σχισματικοί (ΡΟΕΔ) την παρακρατούν παρανόμως». Τότε η ΡΟΕΔ θιγομένη από την δήλωση αυτή, είχε ανακοινώνει μεταξύ των άλλων αυτά τα οποία την χώριζαν από το Πατριαρχείο Μόσχας, τα οποία συνοπτικώς ήταν τα εξής: α) Το ζήτημα της αναγνωρίσεως των Αγίων Νεομαρτύρων (θανατωθέντων από το Σοβιετικό Καθεστώς για την
Ορθόδοξο Πίστη τους) και του Μάρτυρος Τσάρου, β) η πολιτική της συνεργασίας με το αθεϊστικό καθεστώς την οποία εγκαινίασε ο Μητροπολίτης Σέργιος Στραγκορόντσκυ, εναντίον του μέρους εκείνου της Εκκλησίας το οποίο ήταν ανυπότακτο στους Κομμουνιστές, διότι η υπεράσπιση αυτής της πολιτικής ισοδυναμούσε με εξευτελισμό του αγώνος των Νεομαρτύρων και γ) οι οικουμενιστικές δραστηριότητες των Ορθοδόξων στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια τα οποία έθεσαν οι Ιεροί Κανόνες και οι Άγιοι Πατέρες και παραβιάζουν την αλήθεια της Ορθοδοξίας.
Τον Οκτώβριο του ιδίου έτους η σύνοδος της Ιεραρχίας απηύθυνε μήνυμα προς τον Πατριάρχη των Σέρβων Παύλο, παρακαλώντας τον να μην αποστεί από την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί με την ΡΟΕΔ και να μεσολαβήσει προς το Πατριαρχείο Μόσχας για να επιλυθούν οι μεταξύ τους διαφορές. Αναφέρεται και σε ελπιδοφόρες αποφάσεις που ελήφθησαν στην τελευταία Σύνοδο του Πατριαρχείου Μόσχας.
Στις 10 Ιουλίου του 2001 στην Συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου, ο Μητροπολίτης υπέβαλε την παραίτησή του. Μέχρι την εκλογή νέου Μητροπολίτου ορίσθηκε Τοποτηρητής ο Αρχιεπίσκοπος Λαύρος. Για το θέμα του αν η παραίτηση του Μητροπολίτου ήταν εκούσια ή ασκήθηκε πίεση σ’ αυτόν να την υπογράψει, πολύς λόγος έχει γίνει. Αν όντως έπασχε από άνοια, τότε πώς είχε την απαιτούμενη πνευματική διαύγεια να υπογράψει την παραίτησή του;
Αν πάλι δεν είχε, τότε γιατί να παραιτηθεί; Πιθανόν να ήταν σε κάποια αρχικό στάδιο της ασθενείας με διαλείψεις, οπότε ήταν σε θέση να αντιληφθεί την αδυναμία του. Πιθανόν το να έπασχε από άνοια, να ερμηνεύει την υπογραφή αντιφατικών αποφάσεων όπως κάποιες που προαναφέρθηκαν. Την ίδια στιγμή υπάρχουν μαρτυρίες ότι μέχρι και τις παραμονές της Συνόδου προφορικώς και γραπτώς επέμενε στην παραίτησή του. Φέρεται να έχει καταθέσει στη Σύνοδο αυτή, η οποία άρχισε τις εργασίες της στις 10/23 Οκτωβρίου 2001 ένα έγγραφο με ημερομηνία 5/18 Οκτωβρίου 2001, δια του οποίου επιβεβαιώνει μεν την παραίτησή του, αλλά ταυτόχρονα και την διαφωνία του με την φημολογουμένη ένωση με το Πατριαρχείο Μόσχας και ταυτοχρόνως ότι αποσύρει την υπογραφή του από την επιστολή προς τον Πατριάρχη των Σέρβων Παύλο και από την απόφαση για την σύσταση επιτροπής διαλόγου με το Πατριαρχείο Μόσχας. Αν όντως ο ίδιος συνέταξε το κείμενο αυτό, τότε πρέπει να είχε πνευματική διαύγεια. Πάλι όμως οι υπογραφές και οι ανακλήσεις υπογραφών, αποδεικνύουν ότι υπήρχε κάποιο πρόβλημα.
Πάντως στην Σύνοδο του Οκτωβρίου του 2001 ο Μητροπολίτης Βιτάλιος ήταν παρών και φαινόταν στις φωτογραφίες να Προεδρεύει της συνόδου που εξέλεξε τον διάδοχό του. Κατά τη συνεδρία της 11/24 Οκτωβρίου έγινε η εκλογή και εξελέγη ο Αρχιεπίσκοπος Συρακουσών και Τριάδος Λαύρος Σκούρλα. Την επομένη τρίτη ημέρα της Συνόδου ήλθε στην αίθουσα ο Μητροπολίτης Βιτάλιος και συνεχάρη τον διάδοχό του και ο νεοεκλεγείς ευχαρίστησε τον προκάτοχό του για την προσφορά του στην ΡΟΕΔ. Η συζήτηση είχε γίνει σε φιλικό κλίμα, όπως αναφέρουν τα σχετικά πρακτικά.
Όταν όμως η Ιερά Σύνοδος απέλυσε την Γραμματέα του πρώην Μητροπολίτου, κάποια Λιουντμίλα Ροσνιάνσκαγια και την απέβαλε από το Συνοδικό Μέγαρο, τότε την επομένη ακριβώς ημέρα ο Μητροπολίτης Βιτάλιος έφυγε και εκείνος μαζί της και μετέβη στην Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως στο Μάνσονβιλ του Καναδά. Η Σύνοδος κατηγόρησε την Γραμματέα του Μητροπολίτου για απαγωγή και ότι του χορηγούσε φάρμακα τα οποία έκαναν κακό στη λειτουργία της μνήμης του προκειμένου να τον ελέγχει. Τίποτε δεν μπορεί να είναι σίγουρο.
Πάντως από το Μάνσονβιλ του Καναδά ο Μητροπολίτης Βιτάλιος φέρεται να εκδίδει εγκύκλιο ανακαλώντας την παραίτησή του και ότι καθιστά τον Επίσκοπο Καννών Βαρνάβα που βρισκόταν στον Καναδά τότε ως αναπληρωτή του Μητροπολίτου558. Ο Βαρνάβας όμως ήταν τιμωρημένος με αργία από την Σύνοδο. Πώς μπορούσε μόνος του ο Μητροπολίτης, ακόμη και αν δεν θεωρηθεί σχολάζων, αλλά εν ενεργεία Πρόεδρος Συνόδου, να ανακαλέσει επιτίμιο που είχε επιβληθεί συνοδικώς; Αν είχε συγκροτήσει Σύνοδο με Αρχιερείς που δεν ήταν παρόντες στη Σύνοδο η οποία εξέλεξε τον Λαύρο, θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο. Οι μόνοι Αρχιερείς της Συνόδου της ΡΟΕΔ που διαφώνησαν με την εκλογή του Λαύρου (εκτός από τον Βαρνάβα) ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Λάζαρος και ο Επίσκοπος Βενιαμίν που όμως ήταν στην Ουκρανία.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν το περιβάλλον του Μητροπολίτου Βιταλίου να τον χρησιμοποιήσει για να γίνουν επισκοπικές χειροτονίες στο Μάνσονβιλ του Καναδά. Έτσι τον Νοέμβριο του 2001 χειροτονήθηκε εκεί ο Αρχιμανδρίτης Σέργιος Κιντιακώφ Επίσκοπος Τζάκσονβιλ από τον Βαρνάβα, παρουσία του Βιταλίου (ο οποίος δεν μπορούσε να λειτουργήσει από το 1999) φέροντος απλώς μανδύα. Όπως ο ίδιος ο Βαρνάβας αργότερα ανέφερε σε μία
επιστολή μετανοίας την οποία δημοσίευσε, ο Βαρνάβας και Σέργιος χειροτόνησαν κάποιο Βλαδίμηρο Τσελίστσεφ Βοηθό Επίσκοπο Σακραμέντο, εν αγνοία του Μητροπολίτου Βιταλίου. Έπειτα ο Σέργιος και ο Βλαδίμηρος χειροτόνησαν κάποιον Βαρθολομαίο Βορόμπιεφ Επίσκοπο Γρενάδας εν αγνοία τόσο του Βιταλίου, όσο και του Βαρνάβα561. Έτσι σχηματίσθηκε η λεγομένη Σύνοδος του Μάνσονβιλ, η οποία ήδη έχει υποδιαιρεθεί σε διάφορα τμήματα. Ο Μητροπολίτης Βιτάλιος εξεδήμησε εις Κύριον το 2006.
Ο Αρχιεπίσκοπος Λάζαρος και ο Επίσκοπος Βενιαμίν, μη έχοντας συμμετάσχει σε όλα αυτά έμειναν μόνοι τους στην Ουκρανία και εκεί χειροτόνησαν Αρχιερείς και εσχημάτισαν την Γνήσια Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία η οποία σήμερα, μετά την εκδημία του Λαζάρου, έχει Πρόεδρο τον Αρχιεπίσκοπο Ομσκ και Σιβηρίας Τύχωνα.
6.3 Η αλλαγή πλεύσεως
6.3.1 Η Ένωση με Πατριαρχείο Μόσχας
Τον Αύγουστο του 2000 στην Μόσχα ο Πατριάρχης Αλέξιος Β΄ κήρυξε την έναρξη της Ιωβηλαίας Συνόδου των Επισκόπων του Πατριαρχείου Μόσχας. Κατά τη σύνοδο αυτή ελήφθησαν κάποιες αποφάσεις οι οποίες φάνηκαν να εκπληρώνουν του όρους τους οποίους έως τότε έθετε η ΡΟΕΔ για να υπάρξει επαναπροσέγγιση. Τους είχε άλλωστε επαναλάβει και σε μία ανακοίνωσή της η Σύνοδος της ΡΟΕΔ λίγους μήνες νωρίτερα όπως ανεφέρθη στην προηγούμενη υποενότητα: α) Αναγνώριση Νεομαρτύρων, β) Άρνηση Σεργιανισμού και γ) Άρνηση Οικουμενισμού.
Στη Σύνοδο αυτή του Ιωβηλαίου, το Πατριαρχείο Μόσχας μεταξύ των άλλων απεφάσισε να αναγνωρίσει τους Νεομάρτυρες που φονεύθηκαν για την πίστη τους από τους Σοβιετικούς. Μάλιστα προχώρησε και στην αγιοκατάταξη του Τσάρου Νικολάου και της βασιλικής οικογένειας, αλλά χαρακτηρίζοντάς τους όχι ως Μάρτυρες, αλλά ως «Παθοφόρους».
Σχετικώς με τον Σεργιανσμό η Σύνοδος αυτή εξέδοσε μία απόφαση την οποία ονόμασε «κοινωνικό έγγραφο», στο οποίο δίχως να κατωνονομάσει τον Μητροπολίτη Σέργιο ή να χρησιμοποιήσει τη λέξη «Σεργιανισμός» ανέφερε ότι: «Άν η εξουσία υποχρεώνει τους
Ορθοδόξους πιστούς να αρνηθούν τον Χριστό και την Εκκλησία του» τότε «η Εκκλησία πρέπει να αρνηθεί την υπακοή στο Κράτος».
Για δε τον Οικουμενισμό έγινε η εξής αναφορά: «Η Εκκλησία του Χριστού είναι μία και μοναδική», «η λεγομένη "θεωρία των κλάδων" η οποία επιβεβαιώνει την κανονικότητα και την προνοητικότητα της ύπαρξης του Χριστιανισμού με την μορφή ανεξαρτήτων "κλάδων", είναι εντελώς απαράδεκτη». Από όλες τις μορφές του Οικουμενισμού αναφέρεται ειδικά η θεωρία των κλάδων. Αυτό δεν είναι τυχαίο, διότι ακριβώς την θεωρία των κλάδων κατονόμαζε το ανάθεμα κατά του Οικουμενισμού εκ μέρους της ΡΟΕΔ το 1983, όπως προανεφέρθη (βλ. 3.2.2 της παρούσης), συνεπώς έπρεπε να γίνει αναφορά ειδικά σε αυτήν τη θεωρία για να αρθεί εκ μέσου το εμπόδιο.
Οι παραπάνω διατυπώσεις παρείχαν την ευκαιρία στους υποστηρικτές της ενώσεως με την Μόσχα να προωθήσουν τη διαδικασία. Οι πολέμιοι αυτής, όμως, διαπίστωσαν τα εξής ελλείμματα στις προηγούμενες διατυπώσεις. α) Για τους νεομάρτυρες, ότι αγιοκατατάχθηκαν ακόμη και κάποιοι Σεργιανιστές Ιεράχες (οι οποίοι ενδεχομένως να έπεσαν κάποια στιγμή στη δυσμένεια το καθεστώτος και εκτελέσθηκαν), όπως λ.χ. ο Σεργιανιστής Μητροπολίτης Σεραφείμ Τσιτσάγκωφ, ενώ αφέθηκαν εκτός αγιοκατατάξεως Άγιοι που πολέμησαν τον Σεργιανισμό, όπως λ.χ. ο Μητροπολίτης Πετρουπόλεως Ιωσήφ. Και για την βασιλική οικογένεια, ο πρωτότυπος χαρακτηρισμός «Παθοφόροι» αντί «Μάρτυρες» αποσκοπούσε στην δυνατότητα να εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται οι προσβλητικοί χαρακτηρισμοί της σοβιετικής περιόδου για τους Τσάρους, όπως «ο αιματοβαμμένος Νικόλαος» κ.λπ.
Για τον Σεργιανισμό εκτός απο την προαναφερθείσα πρόταση, υπήρχε και μία άλλη στη συνέχεια η οποία ανέφερε «αλλἀ ακόμη και η διωκωμένη Εκκλησία καλείται να υπομείνει τους διωγμούς με υπομονή, μη αρνούμενη την υποταγή στο Κράτος που την διώκει». Δηλαδή ουσιαστικώς η δεύτερη φράση αναιρούσε την πρώτη.
Και στην περίπτωση του Οικουμενισμού, έγινε μία φραστική καταδίκη της θεωρίας των κλάδων, αλλά δεν καταδικάσθηκαν οι οικουμενιστικές πρακτικές των συμπροσευχών, κοινών τελετών κ.λπ. οι οποίες συνεχίσθηκαν αμείωτες και μετά αυτήν την Σύνοδο.
Αμέσως μετά την εκλογή του Μητροπολίτη Λαύρου οι συνομιλίες μεταξύ ΡΟΕΔ και Πατριαρχείου Μόσχας εντάθηκαν, ενώ ιδιαίτερη ώθηση δόθηκε στην ενωτική διαδικασία από την επίσκεψη του Πούτιν στο Συνοδικό Μέγαρο της ΡΟΕΔ το 2003567, έτος κατά το οποίο αποφασίσθηκε η αμοιβαία αναγνώριση των μυστηρίων μεταξύ Πατριαρχείου Μόσχας και ΡΟΕΔ.
Προς το τέλος του 2005 διεκόπη η εκκλησιασική κοινωνία της ΡΟΕΔ με Ρουμάνους, Έλληνες και Βουλγάρους Παλαιοημερολογίτες. Τον Μάϊο του 2006 ο Μητροπολίτης Λαύρος
συνεκάλεσε στο Σαν Φρανσίσκο της Καλιφόρνιας την τετάρτη Σύνοδο Πανδιασποράς και αποφασίσθηκε η ένωση με το Πατριαρχείο Μόσχας.
Στις 17 Μαΐου το 2007 στον Ιερό Ναό του Σωτήρος στη Μόσχα υπεγράφη η Πράξη περί της Κανονικής Κοινωνίας εκ μέρους του Πατριάρχου Μόσχας Αλεξίου Β´ και του Μητροπολίτου της ΡΟΕΔ Λαύρου. Σύμφωνα με αυτήν η ΡΟΕΔ απετέλεσε αναπόσπαστο και
αυτόνομο τμήμα της Τοπικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας. Τον επόμενο Ιούνιο, η Σύνοδος του Πατριαρχείου Μόσχας ενέκρινε μια τροποποίηση του καταστατικού της δια της οποίας η ΡΟΕΔ χαρακτηριζόταν ως μια από τις Αυτόνομες Εκκλησίες αυτού.
Έπειτα από ένα έτος απεβίωσε ο Μητροπολίτης Λαύρος και στη θέση του εξελεγη ο σημερινός Μητροπολίτης Ιλαρίων. Η εκλογή του επιβεβαιώθηκε από το Πατριαρχείο Μόσχας κατά τα προβλεπόμενα από την Πράξη περί της Κανονικής Κοινωνίας.
6.3.2 Αυτοί που έμειναν εκτός
Όσοι Κληρικοί και Λαϊκοί της ΡΟΕΔ δεν αποδέχθηκαν την ένωση και είχαν παραμείνει στην ΡΟΕΔ υπό την Μητροπολίτη Λαύρο, συσπειρώθηκαν γύρω από τον Οδησσού Αγαθάγγελο, ο οποίος το ίδιο έτος χειροτόνησε με την βοήθεια Αρχιερέων της Ι. Συνόδου των Ενισταμένων δύο Επισκόπους για την ανασύσταση Συνόδου της ΡΟΕΔ.
Τον Νοέμβριο 2008 η ΡΟΕΔ υπό τον Οδησσού Αγαθάγγελο συνεκάλεσε την Πέμπτη Σύνοδο Πανδιασποράς στη Νέα Υόρκη. Εξελέγη Μητροπολίτης ο Αγαθάγγελος και αποφασίσθηκε η αγιοκατάταξη του Μητροπολίτου Φιλαρέτου, ενώ το 2014 η ΡΟΕΔ υπό τον Μητροπολίτη Αγαθάγγελο ήλθε σε κοινωνία με την Εκκλησία ΓΟΧ Ελλάδος.
Πηγή
Mαντάλης, Γ. Σ. (2017). Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία της Διασποράς από το 1917 μέχρι σήμερα, σελ. 129-135.
https://drive.google.com/file/d/1-gxZ5HHTqiNXtJ0ih_dSRNxBHVXCtizD/view

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου