ΟΙ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΕΣ ΤΗΣ ΡΟΕΔ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΚΟΜΒΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ

 


 

Λίγα χρόνια έπειτα από την εκδημία του Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου και την εκλογή του Μητροπολίτου Βιταλίου, το Σοβιετικό Καθεστώς κατέρρευσε συμπαρασύροντας όλα τα παρόμοια καθεστώτα της επιρροής της πρώην Σοβιετικής Ενώσεως. Ο νέος Μητροπολίτης σύντομα είχε να αντιμετωπίσει πολύ διαφορετικά δεδομένα από τους προκατόχους του. Επί των ημερών του έγινε η επέκταση της ΡΟΕΔ εντός της πρώην Σοβιετικής Ενώσεως. 



Επί των ημερών του όμως συνέβησαν και διασπάσεις οι οποίες αποδυνάμωσαν την ΡΟΕΔ σε μεγάλο βαθμό. Η αμφιλεγόμενη παραίτησή του το 2000 και η μία ακόμη διάσπαση με την αποχώρησή του η οποία συνέβη τότε απεγύμνωσαν τον κύριο κορμό της ΡΟΕΔ από τα στοιχεία εκείνα που ήταν εναντίον της ενώσεως με το Πατριαρχείο Μόσχας, με αποτέλεσμα, επτά χρόνια αργότερα η ΡΟΕΔ με Πρόεδρο τον Μητροπολίτη Λαύρο, να οδηγηθεί στην αγκάλη του Πατριαρχείου.

Οι μεγάλες ομάδες Κληρικών και λαϊκών που κατέβηκαν από το τραίνο της ΡΟΕΔ σε διαφορετικούς σταθμούς από το 1985 μέχρι το 2007, παρέμειναν εκτός της ενώσεως αυτής, αλλά και μεταξύ τους δεν συμπλέουν, εκτός κάποιων εξαιρέσεων. Αυτά τα ζητήματα αποτελούν το αντικείμενο του τελευταίου αυτού κεφαλαίου.

6.1 Νέος Μητροπολίτης και Νέα Δεδομένα

6.1.1 Ο Μητροπολίτης Βιτάλιος

Τον Φεβρουάριο του 1986 εξελέγη νέος Μητροπολίτης της ΡΟΕΔ ο μέχρι τότε Αρχιεπίσκοπος Καναδά Βιτάλιος Ουστίνωφ. Επί της Πρωθιεραρχίας του νέου Μητροπολίτου έγινε στις 2-9 Αυγούστου 1988 ο επίσημος εορτασμός της χιλιετίας του εκχριστιανισμού των
Ρώσων. Δύο έτη μετά, στις 3/16 Μαΐου 1990 η Ιερά Σύνοδος της ΡΟΕΔ απέκτησε Ιεραρχία εντός Ρωσίας. (Για αυτό το σημαντικό γεγονός θα γίνει εκτενέστερη αναφορά στην επόμενη υποενότητα). Το ίδιο έτος η Ιερά Σύνοδος της ΡΟΕΔ απεφάσισε την  μη αναγνώριση της εκλογής του νέου Πατριάρχου Μόσχας Αλεξίου ´.


Επί Πρωθιεραρχίας του Μητροπολίτου Βιταλίου έγιναν οι Συνοδικές αγιοκατατάξεις: των Οσίων Πατέρων της Όπτινα και του Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ (1990), του Αγίου Ιννοκεντίου Μόσχας και του Αγίου Νικολάου Φωτιστού των Ιαπώνων (1994), του Αγίου Ιωάννου του Μαξίμοβιτς, Αρχιεπισκόπου Σαγκάης και Σαν Φρανσίσκο του Θαυματουργού (1994), του Αγ. Ιωνά του Χαγκάου που αγωνίσθηκε και απεβίωσε το 1925 στην Μαντζουρία, λόγω της θαυματουργικής του δράσης (1996).

Στις 25 Νοεμβρίου / 8 Δεκεμβρίου 1992 η ΡΟΕΔ εγκαθίδρυσε εκκλησιαστική κοινωνία με την Εκκλησία του Παλαιού Ημερολογίου της Ρουμανίας και στις 1/14 Ιουλίου 1994 με την Εκκλησία του Παλαιού Ημερολογίου του Μητροπολίτου Κυπριανού και με την Εκκλησία του Παλαιού Ημερολογίου της Βουλγαρίας.


Στις 16-17 Ιουλίου 1994 εορτάσθηκαν στο Μέϋφιλντ της Πενσυλβάνιας τα διακόσια έτη Ορθόδοξης παρουσίας στην Αμερική. Το ίδιο έτος οργανώθηκε Ιεραποστολή της ΡΟΕΔ στην Νότιο Κορέα. Το 1995 έγινε παγκόσμιος εορτασμός προς τιμήν της επτακοσιοστής επετείου της ευρέσως της εικόνος της Θεοτόκου του Κουρσκ, εφεστίου προστάτιδος εικόνος της Ρωσικής Διασποράς.

6.1.2 Η Επιστροφή στα Πατρώα Εδάφη


Η ΡΟΕΔ είχε πάντοτε πνευματικούς δεσμούς με την λεγομένη Εκκλησία των Κατακομβών, ή Εκκλησία των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών της Ρωσίας. Τα χαρακτηριστικά αυτής της Εκκλησίας προσιδιάζουν προς αυτά που αναφέρονται για τους Κρυπτοχριστιανούς. Οι Κληρικοί κυκλοφορούσαν στην κοινωνία με λαϊκή περιβολή ασκώντας κάποιο επάγγελμα και όποτε ήταν Κυριακή ή κάποια εορτή λειτουργούσαν σε κάποια δωμάτια διαμορφωμένα ως παρεκκλήσια μέσα σε σπίτια. Οι χειροτονίες γίνονταν μυστικά και οι χειροτονούντες δεν παρείχαν χειροτονητήρια έγγραφα στους χειροτονηθέντες. Αυτό ήταν ένα πρόβλημα διότι έτσι ο οποιοσδήποτε μπορούσε να εμφανισθεί και να ισχυρισθεί ότι είναι Αρχιερεύς της Εκκλησίας των Κατακομβών. Όταν απεβίωσαν όλοι οι Αρχιερείς των Κατακομβιτών που είχαν χειροτονηθεί πριν την επικράτηση του Σεργιανισμού στη Ρωσία οπότε η χειροτονία τους ήταν γνωστή, τότε απεφάσισε η ΡΟΕΔ να χειροτονήσει εκείνη Αρχιερείς για τους Κατακομβίτες.


Το μεγάλο πρόβλημα ήταν ότι δεν ήταν δυνατόν σε κανέναν από τους Αρχιερείς της ΡΟΕΔ να εισέλθει σε Σοβιετικό έδαφος, διότι όλοι ήταν «σεσημασμένοι» ως εχθροί του λαού». Κάποιοι Ιερείς όμως μπορούσαν ενίοτε να λάβουν άδεια να επισκεφθούν την ΕΣΣΔ. Η Σύνοδος της ΡΟΕΔ από τις αρχές της δεκαετίας του ᾽80 επί Μητροπολίτου Φιλαρέτου κατέστρωσε το εξής σχέδιο: να χειροτονήσει μυστικώς κάποιον Ιερομόναχο σε Επίσκοπο, ο
οποίος δεν θα ήταν γνωστός στις Σοβιετικές Αρχές και αυτός να εισέλθει στην Σοβιετική Ένωση, να χειροτονήσει με την εντολή της Συνόδου κάποιον Κατακομβίτη Ιερομόναχο σε Επίσκοπο και μετά να επιστρέψει στη Δύση. Όλα αυτά έπρεπε να γίνουν με απόλυτη
μυστικότητα διότι εγνώριζαν ότι οι μυστικές υπηρεσίες της ΕΣΣΔ παρακολουθούσαν όλους τους Αρχιερείς της ΡΟΕΔ.

Βάσει του προαναφερθέντος σχεδίου, το 1982, όπως έχει προαναφερθεί (βλ. 3.1.2 της παρούσης), χειροτονήθηκε μυστικά εις Επίσκοπον ο Ιερομόναχος Βαρνάβας Προκόφιεφ. Ο Επίσκοπος πλέον Καννών Βαρνάβας, έλαβε άδεια εισόδου στην ΕΣΣΔ και χειροτόνησε μυστικά τον Ιερομόναχο Λάζαρο Ζουρπένκο εις Επίσκοπον. Τώρα οι Κατακομβίτες της Ρωσίας είχαν έναν Επίσκοπο με αναμφισβήτητη Αρχιερωσύνη.


Το 1989 το Κομμουνιστικό Καθεστώς κατέρρευσε και επετράπη η είσοδος και η έξοδος από τη Ρωσία δίχως τα εμπόδια των προηγουμένων ετών. Ο Επίσκοπος Λάζαρος μπόρεσε να λάβει διαβατήριο, ήλθε στη Νέα Υόρκη τον Μάϊο του 1990 και αφού η Σύνοδος επιβεβαίωσε τη χειροτονία του, έλαβε χειροτονητήρια έγγραφα και επέστρεψε στη Ρωσία. Τον Νοέμβριο του ιδίου έτους η ΡΟΕΔ χειροτόνησε τον Κατακομβίτη Ιερομόναχο Βενιαμίν Ρουσαλένκο σε Επίσκοπο Γκόμελ, Βοηθό του Επισκόπου Λαζάρου.

Ένα ερώτημα που θα μπορούσε να τεθεί είναι, γιατί να αρχίσει να χειροτονεί η ΡΟΕΔ (η οποία εξ ορισμού είναι αρμόδια για την Διασπορά) Αρχιερείς για το εσωτερικό της Ρωσίας και δεν προσπάθησε αμέσως με την πτώση του κομμουνισμού να έλθει σε συνδιαλλαγή με το Πατριαρχείο Μόσχας. Η απάντηση είναι ότι τα εμπόδια του Σεργιανισμού και του Οικουμενισμού εξακολουθούσαν να υπάρχουν και μετά το 1989. Το ότι ο Οικουμενισμός του Πατριαρχείου Μόσχας συνέχισε να υφίσταται είναι κατανοητό. Πως όμως ο Σεργιανισμός μπορούσε να επιβιώσει μετά την πτώση του Κομμουνισμού;


Η πτώση του Κομμουνισμού και η αποκάλυψη στοιχείων από τα αρχεία των μυστικών υπηρεσιών της Σοβιετικής Ενώσεως, απεκάλυψαν ότι πράγματι οι δεσμοί του Πατριαρχείου Μόσχας με το Κομμουνιστικό Καθεστώς ήταν πολύ στενοί, σε σημείο ο εκκλησιαστικός οργανισμός να είναι απολύτως ελεγχόμενος από το κόμμα. Ο Κωνσταντίν Τσάρτσεφ, Πρόεδρος του Συμβουλίου Θρησκευτικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ από 1984 έως το 1989 δήλωσε ότι η Ρωσική Εκκλησία ήταν πράγματι αυστηρά ελεγχόμενη από την Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος (και ειδικώτερα το τμήμα ιδεολογίας του) και την Κα-Γκε-Μπε. Ένα πρώην στέλεχος της Κα-Γκε-Μπε, ο Α. Σουσπάνωφ σε συνέντευξή του στο ευρείας κυκλοφορίας περιοδικό «Αργκουμεντυ ι φάκτυ» αναφέρθηκε εκτενώς στο έργο του ως μυστικού αστυνομικού εντός του Τμήματος Εξωτερικών Υποθέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας, στο οποίο κατά πλεινότητα εργάζονταν μέλη των μυστικών υπηρεσιών, και μάλιστα έδρευε σταθμάρχης αυτών. Όλες οι επικοινωνίες με ξένους επισκέπτες ήταν ελεγχόμενες και έπρεπε να υποβάλλονται γραπτές αναφορές σε πέντε αντίτυπα. Το σημαντικό όμως είναι ότι η ανάμειξη του Κράτους στα εκκλησιαστικά πράγματα παρέμεινε υψηλή και κατά την μετά το 1991 περίοδο, καθώς η πλειονότης από τους περίπου 120 Αρχιερείς του Πατριαρχείου Μόσχας είχαν εκλεγεί επί Κομμουνισμού έπειτα από ενδελεχή έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος και των Μυστικών Υπηρεσιών. Σύμφωνα με τα αποκαλυφθέντα αρχεία της Κα-Γκε-Μπε τέσσερα από τα έξι κατά το 1996 μόνιμα μέλη του μέλη της Πατριαρχικής Συνόδου ήταν μέχρι πρότινος πράκτορες των Μυστικών Υπηρεσιών: Ο Πατριάρχης Αλέξιος (με το κωδικό όνομα «Ντορζντώφ»), ο Μητροπολίτης Κρουτίτσης Ιουβενάλιος (με το κωδικό όνομα «Αντάμαντ»), ο Μητροπολίτης Σμολένσκ Κύριλλος (με το κωδικό όνομα «Μιχαήλωφ») και ο Μητροπολίτης Μίνσκ Φιλάρετος (με το κωδικό όνομα «Οστρόφσκυ» καθώς και άλλα στελέχη του Πατριαρχείου. Σημειώνεται ότι δεν ήταν απλοί πληροφοριοδότες αλλά Πράκτορες, δηλαδή ενεργά στελέχη τα ποία ελάμβαναν και βραβεία για την επιτυχή τους δράση, όπως ο «Πράκτωρ Ντορζντώφ» το 1988.


Μετά την πτώση του Κομμουνισμού το Ρωσικό Κράτος είχε ανάγκη να εφεύρει μία άλλη συνεκτική ιδεολογία για να τον αντικαταστήσει. Ένα τέτοιο υποκατάστατο του Κομμουνισμού είναι η κοσμοθεωρία του «Ευρασιανισμού». Σύμφωνα με αυτἠν την θεωρία το Πατριαρχείο Μόσχας σε συνεργασία με Μουσουλμάνους θρησκευτικούς ηγέτες του Καζαχσταν, του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας, πρέπει να έχουν πρωτεύοντα ρόλο στην προσπάθεια να ανασυσταθεί ο ενιαίος χώρος της πάλαι Σοβιετικής Ενώσεως, αλλά και η Ρωσία να είναι σε θέση να ασκήσει σημαντική επιρροή στη μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια. Το Πατριαρχείο Μόσχας, λοιπόν με τα ίδια όπως πριν στελέχη εξυπηρετούσε τους σχεδιασμούς ενός καθεστώτος που διαδέχθηκε το κομμουνιστικό, αλλά το αποτελούσαν τα ίδια όπως και πριν στελέχη τα οποία αντικατέστησαν την κοσμοθεωρία του Κομμουνισμού με αυτήν του Ευρασιανισμού.


Γι᾽ αυτό λοιπόν, όπως αναφέρει και ο Επίσκοπος Κάλλιστος Ware, από το 1990 η ΡΟΕΔ άρχισε να χειροτονεί Επισκόπους και να ιδρύει Ενορίες, δημιουργώντας μία προέκτασή της εντός της Ρωσίας, η οποία ονομάσθηκε «Ελεύθερη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία» (ΕΡΟΕ) και απετέλεσε ένα ακόμη σημείο τριβής αυτής και του Πατριαρχείου Μόσχας. Στις 2/15 Μαΐου 1990. Η Σύνοδος της Ιεραρχίας της ΡΟΕΔ ενέκρινε τους «Κανονισμούς των Ενοριών της ΕΡΟΕ».


Στη Ρωσία Κατακομβίτικες Κοινότητες άρχισαν σιγά σιγά να αναδύονται στην επιφάνεια και Κληρικοί του Πατριαρχείου Μόσχας άρχισαν να εντάσσονται κάτω από την σκέπη της Συνόδου της ΡΟΕΔ. Ένας τέτοιος Κληρικός ήταν και ο Αρχιμανδρίτης Βαλεντίνος Ρουσαντσώφ, ο οποίος είχε προσχωρήσει στην ΡΟΕΔ τον Απρίλιο του 1990. Ο Βαλεντίνος χειροτονήθηκε Επίσκοπος Σουζντάλ από τους Αρχιερείς της ΡΟΕΔ Γενεύης Αντώνιο και
Καννών Βαρνάβα στις Βρυξέλλες, τον Φεβρουάριο του 1991, ενώ ο Επίσκοπος Γκόμελ Βενιαμίν αναβιβάσθηκε σε επαρχιούχο Επίσκοπο με τον τίτλο Κουμπάν.

Η ΕΡΟΕ διέθετε πλέον τρεις Αρχιερείς και ξεκινάει δυναμικά την παρουσία της στη μετασοβιετική Ρωσία. Σύντομα όμως θα ανακύψουν έριδες.

6.2 Προβλήματα Συνοχής

6.2.1 Η Απομάκρυνση των «Βοστωνιτών»


Η Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Βοστώνης με Ηγούμενο τον Αρχιμ. Παντελεήμονα Μητρόπουλο, προσχώρησε στην ΡΟΕΔ από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αμερικής του Οικουμενικού Πατριαρχείου μετά την άρση των αναθεμάτων μεταξύ Πάπα και Πατριάρχου Αθηναγόρου, διαφοροποιούμενη στο θέμα του Οικουμενισμού. Η Μονή αυτή η οποία βρίσκεται κοντά στην Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης συγκέντρωσε στο δυναμικό της και κάποιους φοιτητές ή αποφοίτους αυτής της Σχολής οι οποίοι διαφωνούσαν με την διοίκηση της Σχολής, εκτός από τον Οικουμενισμό και σε άλλα

σημεία, όπως με την μη τήρηση των νηστειών εντός της Σχολής κ.λπ.. Στην αδελφότητα της μονής εντάχθηκαν και πολλοί προσήλυτοι στην Ορθοδοξία. Η Μονή αυτή επιδόθηκε και σε ένα σημαντικό μεταφραστικό έργο των λειτουργικών κειμένων από τα ελληνικά πρωτότυπα, διότι οι μέχρι τότε μεταφράσεις ήταν από τα ρωσικά λειτουργικά κείμενα, ήταν δηλαδή μεταφράσεις των μεταφράσεων. Η Μονή αυτή έγινε ακόμη γνωστή διότι οι αγγλικές αυτές μεταφράσεις, ήταν κατά τέτοιο τρόπο συντεταγμένες ώστε να μπορούν να ψαλλούν κατά τον βυζαντινό τρόπο. Συσπείρωσε γύρω της πολλά μέλη της Ελληνορθοδόξου Αρχιεπισκοπής Αμερικής τα οποία ενσωματώνονταν στην ΡΟΕΔ, με αποτέλεσμα κατά την χρονική στιγμή της εκλογής του Μητροπολίτου Βιταλίου να υφίστανται περίπου 40 Ενορίες στην Βόρειο Αμερική, κυρίως Ελληνορθόδοξες, κάτω μεν από την δικαιοδοσία της ΡΟΕΔ, αλλά με σημείο αναφοράς τους την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Βοστώνης.



Κάποια στιγμή ήλθαν στην Ιερά Σύνοδο κάποιες καταγγελίες για κανονικά παραπτώματα του π. Παντελεήμονος. Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της ΡΟΕΔ στην ίδια συνεδρίαση κατά την οποία εξελέγη ο Μητροπολίτης Βιτάλιος ξεκίνησε την διερευνητική διαδικασία για την εξακρίβωση της πραγματικότητος (ένα είδος ανακρίσεων). Κατά την διάρκεια της διαδικασίας, ο π. Παντελεήμων, ο οποίος αρνείτο τις κατηγορίες υπέβαλε την παραίτησή του από Ηγούμενος, η οποία έγινε δεκτή από την Σύνοδο της ΡΟΕΔ, η οποία όρισε τον Αρχιεπίσκοπο Λος Αντζελες Αντώνιο Σίνκεβιτς ως προσωρινώς Ηγουμενεύοντα. Όμως η αδελφότητα της Μονής έσπευσε να εκλέξει αμέσως άλλον Ηγούμενο εκ των μελών της Αδελφότητος. Ταυτόχρονα δημιουργήθηκε ένας καταιγισμός διαμαρτυριών προς την Σύνοδο από υποστηρικτές της Μονής.

Οι ανακρίσεις διαρκούσαν επί μήνες, ενώ ταυτοχρόνως ο π. Παντελεήμων άρχιζε να αναφέρεται δημοσίως για εγκατάλειψη της αντι - Οικουμενιστικής πορείας της ΡΟΕΔ, για μυστικές συνομιλίες της ΡΟΕΔ με το Πατριαρχείο Μόσχας και για επικείμενη ένωση των δύο πλευρών το 1988 εν όψει της Χιλιετίας από τον εκχριστιανισμό των Ρώσων. Κατόπιν τούτου ο Μητροπολίτης Βιτάλιος εισηγήθηκε την επιβολή αργίας στον π. Παντελεήμονα και στον π. Ισαάκ, τον νεωστί εκλεγέντα Ηγούμενο παρά την εν εξελίξει ανακριτική διαδικασία. Η Σύνοδος ενέκρινε την εισήγηση και λίγες ημέρες αργότερα παρέλαβε μία επιστολή από την Μονή ότι δεν υπαγόταν πλέον στην ΡΟΕΔ, αλλά σε κάποιον μη κατονομαζόμενο Επίσκοπο των ΓΟΧ Ελλάδος. Η ΡΟΕΔ κατηγορείτο για Οικουμενισμό, λόγω κάποιων συνιεροπραξιών κληρικών της με κληρικούς του Πατριαρχείου Σερβίας.

Μαζί με την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως, έφυγαν από τις τάξεις της ΡΟΕΔ και οι περίπου 40 Ελληνορθόδοξες Ενορίες της Βορείου Αμερικής οι οποίες ήταν κάτω από την επιρροή της. Αν και η ηγεσία της Αδελφότητος της Μονής είχε πιθανότατα άλλους λόγους για να αποσκιρτήσει, οι Ενορίες οι οποίες την ακολούθησαν, το έπραξαν κινούμενοι από καθαρώς αντι-Οικουμενιστικό φρόνημα.


Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι αντι - Οικουμενιστικές δυνάμεις μέσα στην ΡΟΕΔ να αποδυναμωθούν αρκετά, έπειτα από αυτήν την έξοδο. Χωρίς να το γνωρίζουν ενίσχυσαν τις αντίθετες δυνάμεις, οι οποίες επεδίωκαν ως τελικό στόχο την ένωση με το Πατριαρχείο Μόσχας. Κάτι που θα γινόταν 20 χρόνια αργότερα, έπειτα από την έξοδο και άλλων τέτοιων στοιχείων.


6.2.2 Η Αποδέσμευση της Ελευθέρας Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας

Στο έδαφος της πρώην ΕΣΣΔ δρούσαν τρεις Επίσκοποι της ΡΟΕΔ, οι οποίοι όμως δεν είχαν καθορισμένα όρια δικαιοδοσίας. Δηλαδή, ο καθένας μπορούσε να προσλαμβάνει Κληρικούς (εκ του Πατριαρχείου Μόσχας ή από αλλού), να χειροτονεί, να ιδρύει εκκλησίες οπουδήποτε εντός του πρώην Σοβιετικού εδάφους. Παράλληλα με τους τρεις Αρχιερείς, δρούσε και μια Γερμανική Αρχιερατική Περιφέρεια, δηλαδή μία προέκταση της Αρχιεπισκοπής Βερολίνου και Γερμανίας, η οποία είχε ως Αρχιερατικό Επίτροπο κάποιο Ρώσο Γερμανικής καταγωγής, τον Αμβρόσιο φον Σήβερς. Εκτός από αυτό, η Σύνοδος της ΡΕΟΔ έστειλε στη Μόσχα, τον Επίσκοπο Καννών Βαρνάβα να προΐσταται σε μία Μονή η οποία χαρακτηρίσθηκε ως Συνοδικό εξάρτημα, στην Ιερά Μονή Μάρθας και Μαρίας. Ο Βαρνάβας από τη Μόσχα άρχισε να συμπεριφέρεται ως Ποιμενάρχης αυτής, δηλαδή θέλησε να οργανώσει τις ενορίες της ΡΟΕΔ που ήταν στη Μόσχα κάτω από την δική του διοίκηση, προσλάμβανε κληρικούς των άλλων τριών Επισκόπων, ακόμη και τιμωρημένους, ενώ συνέστησε Επισκοπικό Δικαστήριο για να δικάζει κληρικούς των άλλων Επισκόπων. Επιπλέον άρχισε να αναπτύσσει σχέσεις με ένα ρωσικό φιλο-ναζιστικό κίνημα ονομαζόμενο «Πάμιατ».


Αυτό όμως που ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, ήταν η αποστολή επιστολής εκ μέρους του προς τον Μητροπολίτη Κιέβου Βλαδίμηρο Ρομανιούκ της λεγομένης Αυτοκεφάλου Ουκρανικής Εκκλησίας ζητώντας Εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του. Την επιστολή την έστειλε γραμμένη σε Συνοδικό Επιστολόχαρτο, με αποτέλεσμα μια ημέρα ο Μητροπολίτης Βιτάλιος στη Νέα Υόρκη να παραλάβει μία επίσημη πρόσκληση από τον Μητροπολίτη Βλαδίμηρο Ρομανιούκ, να μεταβεί στο Κίεβο προς επισημοποίηση της Κοινωνίας τους! Αυτό φυσικά το πληροφορήθηκε το Πατριαρχείο Μόσχας και το διέδωσε, προκειμένου να εκθέσει την ΡΟΕΔ. Ο Βαρνάβας έφθασε σε σημείο να ζητήσει από τη Σύνοδο της ΡΟΕΔ να εμπιστευθεί σε αυτόν την διαποίμανση όλων των Ενοριών της ΕΡΟΕ.


Τον Απρίλιο του 1993 ο Αρχιεπίσκοπος Λάζαρος έγραψε στον Μητροπολίτη Βιτάλιο και την Ιερά Σύνοδο ένα υπόμνημα περιγράφοντας όλες τις ενέργειες εναντίον των (εντός Ρωσίας) Ρώσων Επισκόπων από τους εκ της Διασποράς και εξ αιτίας του γεγονότος ότι καμία από τις εκκλήσεις του μέχρι τότε δεν είχε εισακουσθεί, δήλωσε την διοικητική ανεξαρτησία του από την ΡΟΕΔ, με την διατήρηση όμως της εκκλησιαστικής κοινωνίας μαζί της. Η αντίδραση της Συνόδου της ΡΟΕΔ ήταν άμεση: τον απήλλαξε των καθηκόντων του (τον κατέστησε σχολάζοντα) και ανέθεσε την διοίκηση των Ενοριών του στον Μητροπολίτη Βιτάλιο. Το ίδιο έπραξε και τον Επίσκοπο Βαλεντίνο στην επομένη συνεδρίαση, τον κατέστησε σχολάζοντα για λόγους υγείας (παρά την θέληση του ιδίου), δίνοντάς του την άδεια να συνεχίσει
να λειτουργεί.


Το Ιούνιο του 1993 έγινε η ετήσια Σύναξη της επισκοπής Σουζντάλ στο οποίο ελήφθη η απόφαση να ακολουθήσει και η Επισκοπή του Σουζντάλ το παράδειγμα του Αρχιεπισκόπου Λαζάρου και έγινε έκκληση στον Μητροπολίτη Βιτάλιο να συγκαλέσει έκτακτη Σύνοδο της Ιεραρχίας για να διορθώσει της ληφθείσες αντικανονικές αποφάσεις. Παράλληλη Σύναξη Κληρικών στην Οδησσό τάχθηκε με το πλευρό του Αρχιεπισκόπου Λαζάρου.


Τον Μάρτιο του 1994 στο Σουζντάλ σε μία άλλη Κληρικολαϊκή Σύναξη και εφ’ όσον δεν είχαν λάβει κάποια απάντηση από την Σύνοδο της ΡΟΕΔ, αποφασίσθηκε να κάνουν χρήση του Διατάγματος 362 του Πατριάρχου Τύχωνος και να συστήσουν εντός των εδαφών της Ρωσίας μία Προσωρινή Ανωτέρα Εκκλησιαστική Διοίκηση, να χειροτονηθούν νέοι Επίσκοποι, να εκφρασθεί η ευγνωμοσύνη τους προς την ΡΟΕΔ και τον Μητροπολίτη Βιτάλιο, του οποίου το όνομα θα εξακολουθούσαν να μνημονεύουν, επιθυμώντας να παραμείνουν σε εκκλησιαστική κοινωνία με την ΡΟΕΔ και να εκφρασθεί η ελπίδα ότι η σύνοδος της ΡΟΕΔ θα αναγνώριζε την Προσωρινή Ανωτέρα Εκκλησιαστική Διοίκηση και τις χειροτονίες τις οποίες επρόκειτο να κάνει.


Έτσι τον Μάρτιο του 1994 η Προσωρινή Ανωτέρα Εκκλησιαστική Διοίκηση της Ρωσίας συμπεριλάμβανε (εκτός από τον Αρχιεπίσκοπο Λάζαρο και τους Επισκόπους Βενιαμίν και Βαλεντίνο) τρεις νέους Επισκόπους, τον Μπορίσοφσκ Θεόδωρο, τον Σουχουμίου Σεραφείμ και τον Συμφερουπόλεως Αγαθάγγελο. Στις 23 Μαρτίου / 5 Απριλίου, η Σύνοδος της ΡΟΕΔ απέρριψε την δήλωση και τις νέες χειροτονίες και διέκοψε την εκκλησιαστική
κοινωνία με την αυτονομηθείσα ΕΡΟΕ, δίχως όμως να επιβάλει επιτίμια. Αλλά για να ενδυναμώσει την παρουσία της ΡΟΕΔ εντός Ρωσίας η Σύνοδός της τον Ιούλιο του ιδίου έτους εχειροτόνησε τον Αρχιμανδρίτη Ευτύχιο Κουρότσκιν σε Επίσκοπο Ισίμ και Σιβηρίας.


Σε μία προσπάθεια επανασυνδέσεως ο Αρχιεπίσκοπος Λάζαρος και ο Επίσκοπος Βαλεντίνος μετέβησαν στη Λέσνα της Γαλλίας τον Νοέμβριο του 1994, στην Σύνοδο της Ιεραρχίας της ΡΟΕΔ και εκεί προσυπέγραψαν μία Πράξη συνδιαλλαγής η οποία προέβλεπε ρυθμίσεις που ήταν δύσκολο να εφαρμοσθούν στην Ρωσική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία, τους νόμους της οποίας αγνοούσαν οι Αμερικανοτραφείς -ως επί το πλείστον- Αρχιερείς της Διασποράς. Πάντως, οι εκ Ρωσίας Αρχιερείς υπέγραψαν για να επέλθει η ενότης. Ο Επίσκοπος Βαλεντίνος αμέσως μετά υπέστη καρδιακό επεισόδιο, συνεπεία του οποίου μετεφέρθη στο Νοσοκομείο των Παρισίων για νοσηλεία όπου και παρέμεινε επί μια εβδομάδα.


Όταν ο Βαλεντίνος επέστρεψε στη Ρωσία έσπευσε να μετονομάσει την ΕΡΟΕ σε «Ρωσική Ορθόδοξη Αυτόνομο Εκκλησία» (ΡΟΑΕ), και στη συνέχεια μετέγραψε όλην την περιουσία που ήταν επ’ ονόματι της ΕΡΟΕ στην ΡΟΑΕ, ανησυχώντας μήπως κατά την
παραμονή του στη Γαλλία είχε υπογράψει κάποιο έγγραφο που ήταν σχετικό με την ιδιοκτησία της ΕΡΟΕ. Πάντως η Σύνοδος στη Λέσνα της Γαλλίας επιβεβαίωσε τον Αρχιεπίσκοπο Λάζαρο και τον Επίσκοπο Βαλεντίνο ως ποιμαίνοντες Επισκόπους εντός Ρωσίας. Η Πράξη της Συνόδου εστάλη αργότερα επισήμως από τη σύνοδο της ΡΟΕΔ στους Επισκόπους της Ρωσίας, οι οποίοι συγκροτήσαντες πάλι Κληρικολαϊκή Σύναξη στο Σουζντάλ, την μελέτησαν προσεκτικώς και επεσήμαναν σημεία, τα οποία δεν μπορούσαν εύκολα να εφαρμόσουν δίχως να κινδυνεύσουν να απωλέσουν την ιδιοκτησία κάποιων από τους Ναούς τους και ζήτησαν να γίνουν τροποποιήσεις της Πράξεως. Εκ των παρόντων Επισκόπων αντιρρήσεις εξέφρασαν οι Βενιαμίν και Ευτύχιος, ο δεύτερος μάλιστα αφού λογομάχησε απεχώρησε από τη Σύναξη.
Οι Επίσκοποι της ΡΟΑΕ Θεόδωρος, Αγαθάγγελος και Σεραφείμ είχαν λάβει πρόσκληση να μεταβούν στη Νέα Υόρκη για την Συνεδρίαση της Συνόδου και «για την εκπλήρωση κάποιων τυπικών διαδικασιών της επανεγκαθιδρύσεως εκκλησιαστικής κοινωνίας» (προφανώς για τους όρους αναγνωρίσεως της χειροτονίας τους).

Φθάνοντας στη Νέα Υόρκη επεδόθη προς αυτούς κοινοποίηση επιτιμίου αργίας το οποίο επιβαλλόταν σε αυτούς, όπως και στους Αρχιερείς Λάζαρο και Βαλεντίνο (δίχως να προηγηθεί κλήτευση και δίκη, αλλά είχε προηγηθεί αναφορά του Επισκόπου Ευτυχή προς την Σύνοδο της ΡΟΕΔ). Προφορικώς ειπώθηκε σ’ αυτούς ότι η αιτία ήταν η μη εκπλήρωση των όρων της Συνοδικής Πράξεως. Οι εκ Ρωσίας Επίσκοποι είπαν ότι δεν αρνούνται την εκπλήρωση της Πράξεως, αλλά ζητούν, δίχως να απαιτούν, να γίνουν κάποιες τροποποιήσεις του κειμένου σε κάποια σημεία ώστε να είναι εφαρμόσιμη στα ρωσικά δεδομένα. Οι Αρχιερείς Θεόδωρος και Αγαθάγγελος εν τέλει αποδέχθηκαν εγγράφως το κείμενο της Πράξεως ως είχε, υπό την προϋπόθεση να μην τεθεί σε άμεση εφαρμογή, πριν όλοι οι εν Ρωσία Επίσκοποι ξεκαθαρίσουν τη θέση τους για το θέμα αυτό. Η Σύνοδος της ΡΟΕΔ είπε στους Αρχιερείς
Θεόδωρο και Αγαθάγγελο ότι εάν πειθαρχούσαν θα γινόταν η αναγνώριση της Επισκοπικής τους ιδιότητας και θα τους τοποθετούσαν σε θρόνους εκτός Ρωσίας, άκουσμα το οποίο ήταν
λίαν επώδυνο για αυτούς.


Εν τέλει, τον Μάρτιο του 1995 η Προσωρινή Ανωτέρα Εκκλησιαστική Αρχή επανεργοποιήθηκε υπό την Ηγεσία του Επισκόπου Σουζντάλ Βαλεντίνου και απεφάσισε –μεταξύ των άλλων- την απόρριψη της «Πράξεως» που εξέδωσε η Σύνοδος της Λέσνα τον Νοέμβριο του 1994 και την μη τήρηση των επιτιμίων των επιβληθέντων στους Ρώσους Επισκόπους ως αντικανονικών.


Στην απόφαση αυτή ο Αρχιεπίσκοπος Λάζαρος και ο Βοηθός του Επίσκοπος Αγαθάγγελος διεφώνησαν παραμένοντας στη ΡΟΕΔ. Αλλά όλοι οι Επίσκοποι της ΡΟΕΔ εντός Ρωσίας δεν είχαν καμία ιδιαίτερη συνοδική οργάνωση πλέον, αλλά ήταν απλά συνοδικά μέλη της ΡΟΕΔ. Τον Σεπτέμβριο του 1996 η Σύνοδος της Ιεραρχίας της ΡΟΕΔ καθήρεσε τον Επίσκοπο Βαλεντίνο για παραβίαση της «Πράξεως» του 1994, ο οποίος παρ’ όλα ταύτα οργάνωσε την Ρωσική Ορθόδοξο Αυτόνομο Εκκλησία υπό την δική του Προεδρεία έχοντας με το μέρος του τους Επισκόπους Θεόδωρο και Σεραφείμ. Αφού χειροτόνησε και άλλους Αρχιερείς ανεβιβάσθη αργότερα στο αξίωμα του Αρχιεπισκόπου και του Μητροπολίτου.


Η ΡΟΑΕ σήμερα, μετά την εκδημία του Μητροπολίτου Βαλεντίνου το 2013, τελεί υπό την Ηγεσία του Μητροπολίτου Θεοδώρου και διαθέτει Σύνοδο 8 Αρχιερέων. Η αποδέσμευσή της από την ΡΟΕΔ σήμαινε σε μεγάλο βαθμό αποστέρησή της δεύτερης από τα στοιχεία εκείνα τα οποία ήταν κατ’ εξοχήν ευαισθητοποιημένα για τα θέματα του Σεργιανισμού και του Οικουμενισμού. Μετά από αυτό το γεγονός τα στοιχεία της ΡΟΕΔ τα οποία υπεστήριζαν την ένωση με το Πατριαρχείο Μόσχας ενισχύθηκαν ακόμη περισσότερο.
Πηγή
Mαντάλης, Γ. Σ. (2017). Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία της Διασποράς από το 1917 μέχρι σήμερα, σελ. 119-129.
https://drive.google.com/file/d/1-gxZ5HHTqiNXtJ0ih_dSRNxBHVXCtizD/view

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ της Γνήσιας Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρουμανίας - ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΥΜΕ, ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΖΟΥΜΕ:

''Αφορισμός'' σε πολιτικούς και εκκλησιαστικούς

Τι έγραφαν επίσημα οι γοχ περί ταυτότητας. Σήμερα τι λεει ο Γερόντιος; Η θέση της συνόδου γοχ ποιά είναι;; Πότε θα ενημερώσουν με Ανακοίνωση ;;