ΣΕΡΓΙΑΝΙΣΜΟΣ: η συνεργασία της Ρωσικής εκκλησίας με την θεομάχο εξουσία

 



Το 1917  όσοι κληρικοί δείλιασαν και δεν σφαγιάστηκαν  από τους Μπολσεβίκους, σε συνάντηση τους με τους άθεους κομμουνιστές ρώτησαν:  
Δια τι, διώκεται ο κλήρος;
Η απάντηση ήταν διότι ο κλήρος υπηρετεί την Τσαρικήν εξουσίαν και παρουσιάζεται ως εχθρός της κομμουνιστικής εξουσίας και του σοσιαλισμού.


Οι παρουσιαθέντες κληρικοί απήντησαν, πως είναι σύμφωνοι να εξυπηρετούν την Σοβιετικήν εξουσίαν προκειμένου να έχουν τα δικαιώματα που είχαν επί Τσάρων. Επίσης πως  θα εργάζονταν προς ωφέλειαν  της Ερυθράς εξουσίας  και προς βλάβην  των εχθρών τους, δηλαδή των Χριστιανών.
Κατόπιν, εχωρίσθησαν από τον Ορθόδοξο Πατριάρχη Μόσχας Τύχων και δημιούργησαν  αφ’ εαυτόν σύλλογον όπου και ονόμασαν Ζώσα Εκκλησίαν.  29/5/1922

Δουλειά  της κομμουνιστικής Σεργιανικής εκκλησίας  ήταν να εκτελεί τις αποφάσεις των Μπολσεβίκων. Καθημερινή υπόθεση ήταν το σφράγισμα των Μοναστηριών προκειμένου να γίνουν νοσοκομεία και αποθήκες.
Έκαστος επίσκοπος και ιερεύς της κομμουνιστικής Σεργιανικής εκκλησίας, Πράκτωρ και σπιούνος εστί. Όλας τας αιμοχαρείς πράξεις των κομμουνιστών η «Ζώσα Εκκλησία» τας επιδοκιμάζει και ευλογεί. Τους  δε  εχθρούς  του κόκκινου  δράκου  καταράται.
Ο Μητροπολίτης Σέργιος,  και μετέπειτα Πατριάρχης  απευθυνόμενος στους Μπολσεβίκους, έκανε την εξής δήλωση: 
«Χαρά μας είναι η χαρά σας  και λύπη μας είναι η λύπη σας»
Τουτέστιν η εκκλησία του Σεργίου χαίρεται για τις εκτελέσεις εκατομμυρίων χριστιανών



                                                       Μητροπολίτης Σέργιος

Η Σεργιανιστική εκκλησία μνημόνευε στις ευχές της Λειτουργίας  την Σταλινική  θεομάχο εξουσία  η οποία  έστειλε στα σκοπευτήρια 30.000.000  Χριστιανούς, ( άλλοι ιστορικοί μιλούν για πολύ μεγαλύτερο αριθμό ).  Μόνο στην Κίνα εκτελέστηκαν 70.000.000  ενώ τα  στρατόπεδα Γκουλάγκ γέμιζαν με αντιφρονούντες ορθοδόξους και γυναικόπαιδα.  

Την ίδια περίοδο πλέον των 80 Επισκόπων είχαν μαρτυρήσει στούς τόπους εκτελέσεως, φυλακίσεως, βασανισμού ή εξορίας.

Σε ό,τι αφορά τους Ιερείς, από τους 70.000 που υπήρχαν πρίν την Επανάσταση, το 1941 είχαν επιβιώσει μόλις 5. 665.

Από τους υπολοίπους περίπου 65. 000, οι περισσότεροι είχαν πεθάνει στην εξορία, την φυλακή ή το εκτελεστικό απόσπασμα.

(Μόνον μέχρι το 1930, σύμφωνα με στοιχεία της Σοβιετικής Μυστικής Αστυνομίας, είχαν φονευθεί 42.800 Κληρικοί).

Ακόμη, από τους 51. 918 ναούς και τα 20. 287 παρεκκλήσια πού υπήρχαν στην προεπαναστατική περίοδο, το 1941 υπήρχαν μόνον 4. 225 ναοί, αρκετοί κλειστοί και μουσεία. (Βλ. γενικά Πρωθιερέως Μιχαήλ Polsky, "Οι Νεομάρτυρες της Ρωσίας", Μόντρεαλ 1972· και "Κ.Γ.Ο.", τ. 1983, σελ. 420).

Τό 1932 ο Στάλιν ξεκίνησε ένα πενταετές πρόγραμμα εξαλείψεως της θρησκείας στη Σοβιετική Ένωση. 

Το 1937 όμως το 1/3 των κατοίκων αστικών περιοχών και τα 2/3 των κατοίκων των αγροτικών περιοχών, δήλωναν πίστη στό Θεό. Αυτό είχε σάν συνέπεια την ένταση των διωγμών, με αποτέλεσμα το 1937 να θεωρείται το πλέον αιματηρό στην εξέλιξη του αντεκκλησιαστικού διωγμού.

Σύμφωνα με στοιχεία της ίδιας της Σοβιετικής Κυβερνήσεως το 1937 συνελήφθησαν 136.900 Κληρικοί και Μοναχοί, από τους οποίους οι 85.000 εκτελέστηκαν (“Orthodoxe de Presse” , φ. 204, Ιαν. 1996, σελ. 15).

Σύμφωνα με άλλη πηγή από το 1917 μέχρι το 1980 είχαν εκτελεστεί περίπου 200.000 Κληρικοί, ενώ άλλες 500.000 είχαν φυλακιστεί ή εξοριστεί σε στρατόπεδα.

 Την βασιλική οικογένεια των  Ρωμανόφ  την πρόσεξαν ιδιαιτέρως. Τους εκτέλεσαν, πέταξαν τα σώματά τους σε οξύ και με τα τσεκούρια τους έκαναν  κομμάτια εδω . https://www.youtube.com/watch?v=J6gKDHzW0Hs

 Κάηκαν χιλιάδες εικόνες και βιβλία.  Ναοί έγιναν οίκοι διαφθοράς. Εκατομμύρια χωρικούς  τους στοίβαζαν  στα  βαγόνια και τους οδηγούσαν στον παγωμένο βορρά καθώς οι  περισσότεροι πέθαιναν στην διαδρομή  και  τους  πέταγαν να  τους  φάνε τα θηρία
Ο θαλάσσιος πυθμένας της Οδησσού ήταν γεμάτος με ανθρώπινα σώματα. Στην  Χερσώνα σφαγιάστηκαν  170  ελληνικές  οικογένειες… Ο χρόνος δεν θέλει με φθάσει, να αριθμήσω  τους τρόπους εκτέλεσης και εξόντωσης των  χριστιανών βλ.Αλεξάνδρου Σολζενίτσιν :  Το αρχιπέλαγος των Γκουλάγκ και το Μαζί 200 χρόνια ( εννοεί τα σχέδια των εβραίων μέχρι το 1917) 
Ο Χίτλερ με όλη του την μανία, ούτε τα μισά δεν κατάφερε να κάνει, απ’ όσα έκανε ο  Στάλιν, εν καιρώ ειρήνης.
Χύθηκε τόσο αίμα,  ώστε  να δημιουργηθεί  ο χριστιανικός  ωκεανός.

 δες κι εδω
11.000 εκτελέσεις Μοναχών στην Μονή οράνκι
https://katakomviki-ecclesia.blogspot.com/2018/11/11000.html#more





                                         Η ΤΣΕΚΑ γνωστή ως KGB συλλαμβάνει Ιερείς







Ο Σάλιν ήταν απόφοιτος θεολογικής σχολής και η μητέρα του ήθελε να γίνει ιερέας, αλλά ο ίδιος αργότερα αρνήθηκε τον Χριστό, κι  έγινε ο μεγαλύτερος σφαγέας χριστιανών όλων των εποχών. 

Ο Στάλιν νεαρός


Ο Στάλιν ήταν έξυπνος...το 1941 κατάλαβε ότι δεν μπορεί να νικήσει τον Χίτλερ, κι έτσι απελευθέρωσε  τα εκατομμύρια  φυλακισμένων χριστιανών απο τα Gulag προκειμένου να πολεμήσουν  στο μέτωπο και ως αντάλλαγμα θα έδινε στους χριστιανούς την θρησκευτική ελευθερία τους πίσω, όπως κι έγινε.

Μάλιστα έκανε ομιλία, και απευθύνθηκε στον λαό αποκαλώντας τον όχι μόνο «σύντροφοι», αλλά και «αδελφοί και αδελφές».

Με δική του πρωτοβουλία πήρε την ποιό γνωστή εικόνα της Ρωσίας την Παναγία του Βλαντιμίρ, και με αεροπλάνο έκανε  εναέρεια Λιτανεία γύρω απο την Μόσχα. 
Μετά τον Β’Π.Π. εξ αφορμής αυτής της κίνησης του Στάλιν δημιουργήθηκε ένα κομμουνιστικό κίνημα με διδασκαλία τον ''Ορθόδοξο Σταλινισμό''



 Ο Ελεγχος του Πατριαρχείου Μόσχας απο την KGB


Ο Προδότης Πατριάρχης Σέργιος πέθανε, ως εκ τούτου συγκλήθηκε σύνοδος η οποία αποφάσισε τα κάτωθι:

Το πρώτο κείμενο αναφέρει το διοικητικό μέρος του σχεδίου, δλδ πόσοι επίσκοποι και κληρικοί θα συνιστούν τις  επιτροπές  κλπ

Το δεύτερο ντοκουμέντο γράφει καθαρά ότι απαραιτήτως τα περισσότερα μέλη θα πρέπει να είναι μέλη της KGB έτσι ώστε να υπάρχει  ο απόλυτος έλεγχος σε όλες τις κατευθυντήριες γραμμές, και οπωσδήποτε για την εκλογή του επόμενου Πατριάρχη, εν  προκειμένω του Αλέξιου του Α’ το 1945

Εν κατακλείδι: το  Σοβιετοποιημένο Πατριαρχείο Μόσχας  ουδέποτε σταμάτησε να δουλεύει για την KGB  από το 1927μέχρι σήμερα.


 
πηγή internet  sobor 




ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ   
Ο Ρώσος Επίσκοπος  Ιννοκέντιος Νοβογορόδ ερμηνεύει το χωρίον  της Αποκάλυψης:
Η πόρνη γυναίκα ( αιρετική Εκκλησία )  που ιππεύει τον  κόκκινο δράκο ( διάβολο ) πίνοντας σε χρυσό ποτήρι,  τα αίματα  των  Αγίων.   Ναί  αυτή είναι η  Ζώσα  Κομμουνιστική  Εκκλησία.Τοιαύτη οργάνωσις ανεφάνη εσχάτως εν Ρωσία επί της κυριαρχίας εκεί του κόκκινου δράκου.   Είναι η ένωσις του Χριστιανισμού μετά του κόκκινου  αθεϊσμού.  Δυστυχώς οι θεωρούντες εαυτούς αντιπροσώπους του Χριστιανισμού (κληρικοί) εγένοντο υπηρέται του σατανά, καθ’ ον χρόνον προσποιητώς  παραμένουσι  λειτουργοί  του ΘΕΟΥ.
"Καί ὅτε ἤνοιξε τήν σφραγῖδα τήν τετάρτην, ἤκουσα φωνήν τοῦ τετάρτου ζώου λέγοντος ἔρχου· καί εἶδον καί ἰδού ἵππος χλωρός καί ὁ καθήμενος ἐπάνω αὐτοῦ, ὄνομα αὐτῷ θάνατος, καί ἅδης ἠκολούθει μετ' αὐτοῦ· καί ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπί τό τέταρτον τῆς γῆς, ἀποκτεῖναι ἐν ρομφαίᾳ καί ἐν λιμῷ καί ἐν θανάτῳ καί ὑπό τῶν θηρίων τῆς γῆς(Ἀποκ. 6, 7 - 8).
·        Το  άνω  εδάφιο εκπληρώθηκε  παρά την  ερμηνεία των Ρώσων,  περαιτέρω υπάρχουν  και κάποιες  προειδοποιήσεις – προφητείες
Σεραφείμ του Σάρωφ  "Σύντομα ὁ Ἀντίχριστος θά ἀφαιρέσει τούς σταυρούς ἀπό τίς ἐκκλησίες καί οἱ ναοί τοῦ Θεοῦ θά γίνουν ἄντρα ληστῶν. Τόσος πολύς Χριστιανικός λαός θά πάθει, ὥστε οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ, δέν θά προλαβαίνουν νά παίρνουν τίς ψυχές τῶν παθόντων... Ἡ δοκιμασία θά εἶναι μεγάλη, τόσο πού ὅμοιά της δέν ἔχει ξαναγίνει ἀπό τήν δημιουργία τοῦ κόσμου, οὔτε καί τά ἐπαναληφθεῖ".
Ο άγιος  προφήτευσε και την διάρκεια της θλίψεως, στα 70 χρόνια.
Ιωάννης της Κροστάνδης  Το 1907 μιλώντας στις Μοναχές  της Μονής Λεουσάνσκ, είπε:
"Μία ἀπαίσια περίοδος ἔρχεται, τόσο ἀπαίσια πού δέν μπορεῖτε νά φαντασθῆτε".
Στό σημεῖο αὐτό ἡ Ἡγουμένη τῆς Μονῆς, ἡλικίας 80 ἐτῶν, ρώτησε: "Λοιπόν, πότε θά γίνει αὐτό, Πάτερ;"
"Ἐμεῖς - ἀπάντησε ὁ Ἅγιος - δέν θά ζήσουμε νά τήν δοῦμε, ἀλλά αὐτές - εἶπε καί ἔδειξε τίς μοναχές - θά ζήσουν καί θά τήν δοῦν".


ΙΣΤΟΡΙΚΑ  ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Το 1941 ο επερχόμενος πόλε­μος αλλάζει τις σχέσεις Εκκλη­σίας και Κράτους. Ο Στάλιν αναγνωρίζει ενδόμυχα ότι η Εκκλη­σία διαθέτει τεράστια πνευματι­κή δύναμη και είναι ικανή να τονώσει την πίστη και το πατριωτι­κό αίσθημα του λαού. Ο Ι.Β. Στά­λιν ζητάει την βοήθειά της. Ο Μητροπολίτης Σέργιος απευθύ­νει μήνυμα προς το λαό και τον καλεί σε αντίσταση. Ο Στάλιν  με αεροπλάνο  πραγματοποίησε ουράνια Λιτανεία  με την  εικόνα της Παναγίας, περνώντας πάνω από το Γερμανικό μέτωπο.
Μετά τη νί­κη ο Στάλιν απένειμε το Ανώτατο παράσημο Στρατιωτικής Αξίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Οι Μητροπολίτες Σέργιος, Αλέξιος και Νικόλαος έγιναν δεκτοί στο Κρεμλίνο από τον Ι.Β. Στάλιν και τον παντοδύναμο υπουργό Εξω­τερικών Μολότωφ.
Η περίοδος αυτή της ανοχής δεν είχε μεγάλη διάρκεια. Το1959 τη χρονιά αυτή εξαπο­λύονται νέοι διωγμοί κατά της Ορθοδοξίας, οι οποίοι κράτησαν μέχρι τα πρώτα χρόνια που ανέ­λαβε την διακυβέρνηση της Ε.Σ.Σ.Δ ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ.
Ο Νικήτας Χρουστσόφ Γενι­κός Γραμματέας του ΚΚΣΒ και πρόεδρος του ανώτατου Σοβιέτ σε συνάντηση που είχε με Γάλ­λους διπλωμάτες στις 22 του Σε­πτέμβρη του 1962 έδωσε το σύν­θημα με κυνικό τρόπο: -Μην νο­μίζετε ότι οι κομμουνιστές άλλα­ξαν τις διαθέσεις τους έναντι της θρησκείας. Παραμένουν αθεϊστές όπως υπήρξαμε πάντοτε. Κάνου­με ό,τι μπορούμε για να ελευθε­ρώσουμε όλους όσοι βρίσκονται ακόμα κάτω από τη γοητεία του θρησκευτικού οπίου"
Οι άγριοι αιματηροί διωγμοί των θρησκειών δεν υπήρξαν μό­νο στην ΕΣΣΔ αλλά σε όλες τις χώρες δορυφόροι της, όπως η Σερβία, Βουλγαρία, Αλβανία, η Κίνα κλπ. 


Δια  ταύτα,
Ο Σεργιανισμός  ιδρύθηκε τον προηγούμενο αιώνα στην Ρωσία  και εχει το αξίωμα  «εμείς σώσαμε την εκκλησία» εξ’ ου και το Ζώσα εκκλησία,  ενω η ορθοδοξία κηρύττει « η εκκλησία σώζει τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος την εκκλησία»

Η πεμπτουσία του  Σεργιανισμού είναι η συνεργασία της εκκλησίας με την θεομάχο εξουσία ΕΝΑΝΤΙΟΝ της εκκλησίας.
Είναι τύπος και σκιά της εποχής του Αντιχρίστου, όπου οι άνθρωποι θα συμμαχήσουν  με τον διάβολο, προκειμένου να επιβιώσουν.

Ιερομ. Καλλίστου Τζουλακίντζε - Ιερομ. Γρηγορίου Ζιώγου



Κι απο εδω
Αντωνίου Μάρκου καθηγητού
Κατά τόν Παπικό Ἱερέα Γεώργιο..., ὁ μελετητής καί μεταφραστής τοῦ Μάρξ Β. Στεπάνωφ εἶχε γράψει χαρακτηριστικά: "Χρειαζόμαστε ἕναν ἀγῶνα ἀδυσώπητο ἐναντίον ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν Κληρικῶν, εἴτε Πάστορες λέγονται, εἴτε Ἀββάδες, εἴτε Ραββίνοι, εἴτε Πατριάρχες, εἴτε Μουλ-άδες, εἴτε Πάπες. Γιά μία ὡρισμένη περίοδο, αὐτός ὁ ἀγῶνας πρέπει νά μετατραπεῖ σέ ἀγώνα ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, εἴτε λέγεται Ἰαχωβᾶ, εἴτε Ἰησοῦς, εἴτε Βούδας, εἴτε Ἀλλάχ"!
Τό 1922 (23/11), ὁ Λένιν δημοσίευσε τόν νόμο "Περί χωρισμοῦ Ἐκκλησίας καί Κράτους".              
 Ὁ νόμος αὐτός περιόριζε τήν Ἐκκλησία στά αὐστηρῶς τελετουργικά Της καθήκοντα καί ἀπαγόρευε τήν διδασκαλία τῶν Θρησκευτικῶν στά σχολεῖα (θρησκευτικά μαθήματα μποροῦσαν νά διδάσκονται μόνον ἰδιωτικῶς, σέ ὁμάδες μαθητῶν ὄχι ἄνω τῶν τριῶν!).                
 Ἡ Ἐκκλησία στεροῦνταν τῆς περιουσίας Της, καθώς καί τοῦ δικαιώματος νά ἀποκτήσει περιουσία στό μέλλον. Οἱ θρησκευτικές ὀργανώσεις ἀπαγορεύτηκαν καί ἔπαψαν νά θεωροῦνται νομικά πρόσωπα.
Τό θέμα τῆς Σοβιετοποιήσεως τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας εἶχε τεθεῖ ἤδη ἀπό τό 1921 ἀπό τόν Σοβιετικό ἀξιωματοῦχο Lunacharsky. Γιά δεύτερη φορά τέθηκε ἀπό τόν Τρότσκυ, σέ κοινή συνεδρίαση μέ τούς Στάλιν, Μολότωφ καί Καμένεφ, τήν 2. 4. 1922. Σήμερα, μετά τήν πτώση τοῦ Σοβιετικοῦ καθεστῶτος, ὅλοι οἱ μελετητές τῶν πηγῶν συμφωνοῦν ὅτι τά σχέδια γιά τήν ὀργάνωση τῆς Ζωντανῆς Ἐκκλησίας ἐξυφάνθυκαν ἀπό τίς Σοβιετικές Μυστικές Ὑπηρεσίες.
Ἡ ἐφαρμογή τῆς Σοβιετοποιήσεως ἄρχισε τό 1922 στό Λένινγκραντ, ὅταν ὁ τοπικός Σοβιετικός Ἡγέτης Ζηνόβιεφ συνέστησε στόν Πρωθιερέα Ἀλέξανδρο Βεντένσκυ καί στήν ὁμάδα του (τούς Ἀνακαινιστές τῆς Πανρωσικῆς Συνόδου τοῦ 1917 – 18) νά ἀναλάβουν τήν διοίκηση τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά ἐπιτευχθεῖ μία συμφωνία (κονκορδάτο) μεταξύ Αὐτῆς καί τῆς Σοβιετικῆς Κυβερνήσεως.
Τήν 24. 3. 1922 οἱ Ἀνακαινιστές Ἡγέτες Κρασνίτσκυ, Βεντένσκυ, Μπέλκωφ, Μπογιάρσκυ κ.ἄ. δημοσίευσαν στήν «Ἀλήθεια τῆς Πετρουπόλεως» («Petrogradskaia Pranda”) ἕνα κείμενο μέ τό ὁποῖο ὑποστήριζαν τήν Σοβιετική Κυβέρνηση στό θέμα τῆς δημεύσεως τῶν Ἱερῶν Σκευῶν. Τήν ἴδια χρονική στιγμή ὁ Πατριάρχης Τύχων, ὁ ὁποῖος ἦταν σέ κατ’ οἶκον περιορισμό ἀπό τήν 19. 3. 1922, κλήθηκε νά καταθέσει στήν δίκη 54 πιστῶν πού εἶχαν ἀντιδράσει στή δήμευση. Ὁ Πατριάρχης, στήν προσπάθειά του νά σώσει τούς κατηγορουμένους, ἀνέλαβε ὁ ἴδιος τήν εὐθύνη τῆς ἀντιδράσεως καί σέ ἐρώτηση τοῦ προέδρου τοῦ δικαστηρίου ἄν ἀναγνωρίζει τούς νόμους τοῦ Σοβιετικοῦ Κράτους ἀπάντησε «ναί, τούς ἀναγνωρίζω, ὑπό τήν προϋπόθεση ὅτι δέν ἀντιστρατεύονται τούς κανόνες τῆς εὐσεβείας». Πάνω σ’ αὐτό ὁ Ἀλέξανδρος Σολζενίτσιν ἔγραψε:
«Ὦ, ἄν καθένας ἀπαντοῦσε ἔτσι, ὅλη ἡ Ἱστορία μας θά ἦταν διαφορετική» (Ἀλ. Σολζενίτσιν, «Ἀρχιπέλαγος Γκούλαγκ», τ. 1ος, σελ. 348).
Ἕνα ἀπό τά πρῶτα προβλήματα πού εἶχαν νά ἀντιμετωπίσουν οἱ Ἀνακαινιστές ἦταν ἡ κανονική θέση τοῦ Μητροπ. Ἀγαθαγγέλου, τόν ὁποῖο ἀνέλαβε νά πείσει ὁ εἰδικός Πράκτορας E. A. Tuchkov. Μετά ἀπό ἕνα μῆνα ἄκαρπων διαπραγματεύσεων ὁ Μητροπ. Ἀγαθάγγελος δημοσίευσε τήν ὑπ’ ἀριθμ. 214/5. 6. 1922 Ἐγκύκλιό του μέ τήν ὁποία αἰφνιδίασε τήν Σοβιετική πλευρά. Στήν ἐγκύκλιό του ὁ Ἀγαθάγγελος κατηγοροῦσε τούς Ἀνακαινιστές γιά ἀνατροπή τῆς δογματικῆς καί ἠθικῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, καθώς καί τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τοῦ Τυπικοῦ τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν     καί ἔδινε στούς Ἐπισκόπους τό δικαίωμα νά διοικοῦν τίς Ἐπισκοπές τους ἀνεξαρτήτως, μέχρι τήν ἀποκατάσταση μιᾶς κανονικῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Διοικήσεως Gubonin αὐτ. σελ. 219 -221 [ σ.σ.  αυτός είναι ο λόγος για τις ατελείωτες επισκοπικές χειροτονίες υφ' ενός επισκόπου στην κατακομβική εκκλησία της Ρωσίας, όπου κυριολεκτικά δεν μπορείς να βγάλεις άκρη περί αποστολικής διαδοχής ]
 Ἀμέσως μετά τήν κυκλοφορία τῆς ἐγκυκλίου ὁ Μητροπ. Ἀγαθάγγελος συνελήφθη καί ἐξορίστηκε στήν περιοχή τοῦ Narymsk.
Τήν 16. 6. 1922 ἀναγνώρισαν τήν «Ζωντανή Ἐκκλησία» τρεῖς Ἀρχιερεῖς: Ὁ Μητροπ. Βλαδιμήρ Σέργιος καί οἱ Ἀρχιεπίσκοποι Νιζέγκοροντ Εὐδόκιμος καί Κοστρόμας Σεραφείμ.
Ἡ Σύνοδος τοῦ 1923 ἀρχικά διακήρυξε ὅτι στή Σοβιετική Ἕνωση δέν ὑφίστανται θρησκευτικοί διωγμοί, διότι ἡ Σοβιετική Κυβέρνηση ἐργάζοταν γιά τήν ἐπικράτηση τοῦ ἰδεώδους τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Λένιν! οἱ Ἀνακαινιστές δέ δήλωσαν "ἕτοιμοι νά ὑποστηρίξουν τόν Κομμουνισμό, ἐπειδή ἔθετε σέ ἐφαρμογή τό κοινωνικό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου"! (Ν. Zernov αὐτ. σελ. 179). Στή συνέχεια ἐξήγγειλε διάφορες μεταρρυθμίσεις, ὅπως:
 τήν εἰσαγωγή τοῦ Γρηγοριανοῦ - Νέου Ἡμερολογίου, τήν εἰσαγωγή τοῦ θεσμοῦ τῶν ἐγγάμων Ἐπισκόπων καί τήν εἰσαγωγή τοῦ β' γάμου τῶν Κληρικῶν! Ἀκόμη ἀπορρίφθηκε ὁ Μοναχισμός σάν θεσμός ξένος πρός τήν Ἐκκλησία καί κατ’ οἰκονομίαν ἐπιτράπηκε ἡ λειτουργία μοναστηρίων - ἡσυχαστηρίων ἔξω ἀπό τίς πόλεις, μέ τήν μορφή ἐργατικῶν κοινοτήτων.

Ἡ «Σύνοδος» προχώρησε ἀκόμη στήν καθαίρεση τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος - τήν ὁποία ὑπέγραψαν 46 Ἐπίσκοποι, ἀρκετοί κάτω ἀπό τήν πίεση τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας - στήν καταδίκη τῆς Συνόδου τοῦ Κάρλοβιτς, καθώς καί στήν ἄρση τοῦ Ἀναθέματος τοῦ 1918,
Ὁ Τύχων καταδίκασε τήν "Ζωντανή Ἐκκλησία" μέ τήν ἀπό 15. 7. 1923 Ἐγκύκλιό του καί τόν ἀπό 2. 4. 1924 Ἀφορισμό. Κατά τόν Π. Ν. Τρεμπέλα, "ὁ Ἀφορισμός του κατά τῆς "Ζώσης Ἐκκλησίας", διά τοῦ ὁποίου ἐκηρύχθησαν πᾶσαι αἱ πράξεις καί τά μυστήρια τά τελούμενα ὑπό "λειτουργῶν" της, ἄνευ χάριτος, καθίστα κατακρίτους τούς μετέχοντας αὐτῶν".                      (Βλ. σχετικά: Π. Ν. Τρεμπέλα, "Τό αὐτοκέφαλον τῆς ἐν Ἀμερικῇ Metropolia"· Ἐφημερίδα "Ἐκκλησιαστική Ἀλήθεια", φ. 22ας καί 29ης Σεπτ. 1923· καί V. Emhardt, "Religion in Soviet Russia", 1929).
Ἡ καταδίκη τῆς «Ζωντανῆς Ἐκκλησίας» ἀπό τόν Πατριάρχη εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τήν μεταστροφή τῶν περισσοτέρων ἐνοριῶν καί τήν σταδιακή συρίκνωση καί τελικά διάλυση τῶν Ἀνακαινιστῶν.
Ἡ ἀπελευθέρωση τοῦ Τύχωνα ἔγινε δεκτή ἀπό τόν λαό μέ ἐνθουσιώδεις ἀντιδράσεις, σέ σημεῖο ὥστε τήν 8. 12. 1923 οἱ Ἀρχές νά ἀπαγορεύσουν τό μνημόσυνό του! Τήν ἴδια περίοδο ὁ Τύχων ἀναγνωρίζονταν σάν κανονική κεφαλή τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας ἀπό ὅλες τίς τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἐκτός ἀπό τά Πατριαρχεῖα ΚΠόλεως (ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος Ζ’ ἀναγνώριζε τούς Ἀνακαινιστές) καί Ἀλεξανδρείας.
Μεταξύ ἐκείνων πού ἐπέστρεψαν, ἦταν καί ὁ Μητροπ. Σέργιος, ὁ ὁποῖος ζήτησε ἀπό τόν Πατριάρχη καί τήν Ἐκκλησία δημόσια συγγνώμη, σέ ἔνδειξη μάλιστα τῆς ἀποκαταστάσεώς του ὁ ἴδιος ὁ Τύχων προσωπικά τοῦ ἐπέστρεψε τό ἀρχιερατικό ἐγκόλπιο καί τά λοιπά διακριτικά τοῦ ἐπισκοπικοῦ του ἀξιώματος Preemvstvennost Grekka”, σελ. 7 - 9) .
Ὅμως ὁ πνευματοφόρος Στάρετς Νεκτάριος τῆς Ὄπτινα (+ 1928), ὅταν πληροφορήθηκε τό γεγονός, εἶπε προφητικά: "Τό δηλητήριο τοῦ νεωτερισμοῦ βρίσκεται ἀκόμη μέσα του".                  Τά λόγια αὐτά ἐπαληθεύθηκαν ὅταν τό 1927 ὁ Σέργιος ὑπέταξε τό Πατριαρχεῖο στό ἀθεϊστικό καθεστώς. Γιά τήν "Ζωντανή Ἐκκλησία" ὁ ἴδιος Στάρετς εἶχε πεῖ χαρακτηριστικά:
"Δέν ὑπάρχει ἡ Θεία Χάρη ἐκεῖ. Ἐπαναστατῶντας ἐναντίον τοῦ νομίμου Πατριάρχου Τύχωνος, οἱ Ἐπίσκοποι καί οἱ Ἱερεῖς τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας" ἔχουν στερηθεῖ τήν Θεία Χάρη κι ἔχουν χάσει σύμφωνα μέ τούς Κανόνες τό Ἱερατικό τους ἀξίωμα. Γι' αὐτό ἡ Λειτουργία πού κάνουν εἶναι βλασφημία"! ("Ὅσιος Νεκτάριος..." σελ. 157. Καί I. Kontsevich, “Optina Pustin I ee vremia”, 1971, σελ. 546).
Ὁ Πατριάρχης Τύχων κοιμήθηκε τήν 25η Μαρτίου 1925, δηλητηρισμένος ἀπό πράκτορες τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας (κατά τήν ὁμολογία τοῦ Ἐπισκόπου Μαξίμου τοῦ Σερπούχωφ)


Ιστορία της Ανακαινιστικής Εκκλησίας

Η Ζώσσα εκκλησια Η Ρωσική Εκκλησία ( Ρωσική : Живая Церковь ), που ονομάζεται επίσης Ανακαινιστική Εκκλησία ( обновленческая церковь ) ή Αναγέννηση (ανανέωση), από την ανανέωση ανανέωση, επίσημη ονομασία Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία , Православная Российская Церковь , αργότερα Ορθόδοξη Εκκλησία στην ΕΣΣΔ , Православная Церковь ΣΣΣ ) ήταν σχίσμα στην Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία το 1922-1946. Αρχικά ξεκίνησε ως ριζοσπαστικό κίνημα μεταξύ του ρωσικού κλήρου για την αναμόρφωση της Εκκλησίας, γρήγορα καταστράφηκε από την υποστήριξη των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών ( CheKa , τότε GPU , NKVD ), οι οποίες είχαν ελπίδες να χωρίσουν και να αποδυναμώσουν Ρωσική Εκκλησία με την υποκίνηση σχισματικών κινήσεων μέσα σε αυτήν. [1] Η αρχή του πραγματικού σχίσματος θεωρείται συνήθως ότι είναι τον Μάιο του 1922, όταν μια ομάδα «ανακαινιστών» κληρικών έβαλε αξιώσεις στην ανώτερη εκκλησιαστική εξουσία στη Ρωσική Εκκλησία. Το κίνημα θεωρείται ότι έχει τελειώσει με το θάνατο του ηγέτη του, Αλεξάντερ Βεντένσκυ , το 1946. 
Ενώ το σύνολο του κινήματος είναι συχνά γνωστό ως η Ζωντανή Εκκλησία , αυτό ήταν συγκεκριμένα το όνομα μόνο μιας από τις ομάδες που αποτελούσαν το μεγαλύτερο ανανεωτικό κίνημα. Μέχρι τη χρονική στιγμή του "Συμβουλίου της Μόσχας" του 1923, τρεις μεγάλες ομάδες σχηματίστηκαν μέσα στο κίνημα, που αντιπροσώπευαν διαφορετικές τάσεις στο ρωσικό αναστηλωτισμό: 1) Η Ζωντανή Εκκλησία των π. Ο Βλαντιμίρ Κρασνίτσκυ (1880-1936), πίεσε για τα συμφέροντα του παντρεμένου κληρικού. 2) η Ένωση των Αρχών της Αρχαίας Αποστολικής Εκκλησίας (Союз общин древнеапостольской церкви - Σόδατς SODATs) του π. Alexander Vvedensky ; και 3) η Ένωση για την Ανανέωση της Εκκλησίας ( Союз церковного возрождения ) - η ομάδα του επισκόπου Αντωνίνου (Granovsky) , του οποίου το ενδιαφέρον ήταν για τη λειτουργική μεταρρύθμιση. καθώς και αρκετές δευτερεύουσες ομάδες.


Αρχές και πρώτη περίοδος (1920-1930)

Οι ρίζες του αναγεννητισμού μπορούν να ανιχνευθούν σε ευρείες συζητήσεις σχετικά με πιθανές εκκλησιαστικές μεταρρυθμίσεις, μεταξύ των κληρικών και των λαϊκών, της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στις αρχές του 20ού αιώνα. Αυτές οι συζητήσεις προφανώς προήλθαν από δυσαρέσκεια με τη θέση της Εκκλησίας στη Ρωσική Αυτοκρατορία , όπου ήταν υποταγμένη στα συμφέροντα της αυτοκρατορικής διοίκησης. Οι συζητήσεις αυτές έγιναν καρποφόρες μόνο με την ανατροπή της μοναρχίας στη Ρωσική Επανάσταση , όταν το Νοέμβριο του 1917 συγκλήθηκε το Μεγάλο Συμβούλιο της Μόσχας και το Πατριαρχείο τελικά αποκαταστάθηκε. 
Ωστόσο, τα γεγονότα της ρωσικής επανάστασης του 1917 προκάλεσαν την πιο αριστερή κλίση του κληρικού να θεωρήσει το Μεγάλο Συμβούλιο της Μόσχας ότι δεν είναι αρκετά ριζοσπαστικό.Επέμειναν ότι η Εκκλησία έπρεπε να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα του νέου Κομμουνιστικού καθεστώτος, να αναθεωρήσει τη στάση της απέναντι στη σοσιαλιστική διδασκαλία και να κάνει σημαντικές αλλαγές στη δική της κανονική και λειτουργική παράδοση. 
Τον Μάρτιο του 1917, πριν από την Μπολσεβίκικη Επανάσταση, μια ομάδα κληρικών στην Αγία Πετρούπολη δημιούργησε την Ένωση των Δημοκρατικών Κληρικών και Λαϊκών με ένα ουσιαστικά χριστιανικό σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Μετά τον Νοέμβριο του 1917, η χριστιανική σοσιαλιστική θέση είχε μετακινήσει πολλούς μεταρρυθμιστές κληρικούς να εκφράσουν την πλήρη πίστη τους στο νεοϊδρυθέν σοβιετικό καθεστώς και την αντιπολίτευση στον Πατριάρχη Τικόν , ο οποίος είχε καταδικάσει τις αθεϊστικές του δραστηριότητες. Πολύ σύντομα, οι σοβιετικές αρχές, και μάλιστα οι μυστικές υπηρεσίες της (VChK ( Cheka ), αργότερα GPU ), έδειξαν ενδιαφέρον για αυτές τις ομάδες "ανακαίνισης", βλέποντας μέσα τους τη δυνατότητα να χωρίσουν και να αποδυναμώσουν την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία . Αυτή η συνεργασία μεταξύ των Ανακαινιστών και του Κομμουνιστικού καθεστώτος οδήγησε σε άμεσο σχίσμα , σε μεγάλο βαθμό ενορχηστρωμένο και υποστηριζόμενο από τις κομμουνιστικές αρχές, από την πατριαρχική Εκκλησία. 
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, οι σοβιετικές αρχές ξεκίνησαν μια μεγάλη εκστρατεία δίωξης και καταστολής κατά της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας - πολλοί ιερείς και επίσκοποι συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, μεταξύ των οποίων ο Άγιος Βενιαμίν , Μητροπολίτης Πετρούπολης (+1922). Ο πατριάρχης Τίχωνα (Bellavin) τέθηκε υπό κατ 'οίκον περιορισμό το 1922 και έγιναν προετοιμασίες για μια "δοκιμαστική εκδήλωση" σε μπολσεβίκικο στιλ. Σε μια τέτοια κατάσταση, τον Μάιο του 1922, ο Τίχων ανέθεσε στον Αρχιεπίσκοπο Αθαθάγγελο (Preobrazhensky) του Γιαροσλάβλ να εκτελέσει πατριαρχικά καθήκοντα. Με την καθυστέρηση του Αγαθάνγκελ στο Γαραβόσλαβ από τις σοβιετικές αρχές, μια ομάδα μεταρρυθμισμένων ορθόδοξων κλήρων κατέλαβαν τα γραφεία του Πατριαρχείου και κήρυξαν ότι είναι η ανώτερη εκκλησιαστική διοίκηση , η ανώτατη εκκλησιαστική εξουσία στην Εκκλησία. Ο πρώτος Πρόεδρος του Α.Σ.Κ. ήταν ο συνταξιούχος επίσκοπος Αντώνης (Γκράντοφσκι, 1865-1927) - ένας άκρως μαθαίος αλλά εκκεντρικός κληρικός, που σύντομα ανυψώθηκε από τους Αναστηλωτές προς τον Μητροπολίτη Μόσχας . Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η νέα "διοίκηση" είχε λάβει σύντομα αναγνώριση από τη σοβιετική κυβέρνηση. 
Αυτή η κίνηση έγινε γρήγορα (18 Ιουνίου 1922) καταγγελλόμενη από το Agathangel ως παράνομη και ασυνεχημένη. Ωστόσο, για ένα σύντομο χρονικό διάστημα φαινόταν ότι οι ανακατασκευαστές είχαν πάρει το πάνω χέρι. Οι αναστηλωτές, με πλήρη υποστήριξη από τις σοβιετικές αρχές, κατέλαβαν πολλά εκκλησιαστικά κτίρια και μοναστήρια, συμπεριλαμβανομένου του διάσημου καθεδρικού ναού του Σωτήρος Χριστού στη Μόσχα . Σε πολλές μητροπόλεις, οι "λευκοί" (παντρεμένοι) κληρικοί ενθαρρύνθηκαν να λάβουν την εκκλησιαστική κυβέρνηση στα χέρια τους, χωρίς την έγκριση των επισκοπών επισκοπών τους. Ταυτόχρονα, αυτοί οι επίσκοποι απειλούνταν συχνά και πιέζονταν να αναγνωρίσουν την εξουσία του ΑΑΑ. Στην πραγματικότητα, αυτό είχε ως αποτέλεσμα «παράλληλες» εκκλησιαστικές διοικήσεις που υπήρχαν σε μία μητρόπολη και μία πόλη, η μία υποστήριζε την ΑΥΕ και η άλλη υποστήριζε τον κανονικό επίσκοπο. 
Αυτή η εκστρατεία της τρομοκρατίας είχε τα αποτελέσματά της: μέχρι το καλοκαίρι του 1922, περισσότεροι από 20 ιεράρχες είχαν αναγνωρίσει την κανονική εξουσία του HCA, ο πιο γνωστός από τους οποίους ήταν ο μητροπολίτης Sergius (Stragorodsky) του Nižni Novgorod , ο μελλοντικός πατριάρχης. Σε πολλές μεγάλες πόλεις, όλες οι Ορθόδοξες εκκλησιαστικές ιδιοκτησίες βρίσκονταν στα χέρια των Αναστηλωτών. Πριν από τη σύγκληση οποιουδήποτε γενικού συμβουλίου για να συζητήσουν  τα μέτρα τους, οι Ανακαινιστές άρχισαν να εφαρμόζουν ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν σε αυτό που αντιλαμβάνονται ότι είναι τα συμφέροντα του παντρεμένου κλήρου. Μεταξύ των μέτρων, η αλλαγή της παραδοσιακής τάξης της εκκλησιαστικής ζωής ήταν: 
  • Άδεια για μονοσικά (συμπεριλαμβανομένων των επισκόπων) να παντρεύονται, διατηρώντας τις επισκοπικές και κληρικές τάξεις τους.
  • Άδεια του Κληρικού να παντρευτεί μετά την χειροτονία του, να ξαναπαντρευτεί ή να παντρευτεί χήρες.
  • Άδεια για τους ιερά ιερείς να εκκλησιαστούν ως επίσκοποι (η ρωσική ορθόδοξη παράδοση είναι ότι μόνο οι μοναχιστές μπορεί να είναι επισκόποι).
Η τελευταία απόφαση πυροδότησε φωτιά των αφιερώσεων των "παντρεμένων επισκόπων" σε ολόκληρη τη χώρα, ειδικά στη Σιβηρία . Ως αποτέλεσμα της έκδοσής του, 67 επισκόπων που έφτασαν στο Δεύτερο Συμβούλιο της Μόσχας τον Απρίλιο του 1923, μόνο 20 είχαν χειροτονηθεί πριν από το σχίσμα . Η συνείδηση ​​των «παντρεμένων επισκόπων» χωρίς να περιμένει μια συναινετική απόφαση για την αλλαγή των κατάλληλων Κανόνων συναντήθηκε με την αντιπολίτευση ακόμη και μεταξύ πολλών ηγετών Ανακαίνισης και εκείνων των «παντρεμένων επισκόπων» έλαβε αργότερα ένα δεύτερο χέρι πριν  την έναρξη του Συμβουλίου. 
Το 1ο Ανακαινιστικό Συμβούλιο ή το 2ο Ρωσικό Συμβούλιο συναντήθηκε στη Μόσχα στις 29 Απριλίου - 8 Μαΐου 1923. Επιβεβαιώθηκε ως επί το πλείστον οι αποφάσεις σχετικά με τις αλλαγές στους κανονικούς κανόνες των συνωμοσιών και του γραπτού γάμου που είχαν ήδη εφαρμοστεί σε πολλές μητροπόλεις. Η πιο αμφιλεγόμενη και περίφημη απόφαση του ήταν να τοποθετήσει τον πατριάρχη Τίχωνα (ο οποίος ήταν σε κατ 'οίκον περιορισμό, αναμένοντας δίκη) σε εκκλησιαστική δίκη ερήμην για την αντίθεσή του στον κομμουνισμό και να τον απομακρύνει από την επισκοπική , ιερατική και μοναστική του ιδιότητα. Το Συμβούλιο αποφάσισε τότε να καταργήσει εντελώς το Πατριαρχείο και να επιστρέψει στην «κολεγιακή» μορφή της εκκλησιαστικής κυβέρνησης. Λαμβάνοντας υπόψη τις ρωσικές ιστορικές πρακτικές, αυτό θα έκανε την Εκκλησία επισήμως τμήμα της κυβέρνησης. Ο Πατριάρχης Τικόν αρνήθηκε να αναγνωρίσει την εξουσία αυτού του Συμβουλίου και την εγκυρότητα της απόφασης του δικαστηρίου, λόγω πολλών παρατυπιών στην κανονική διαδικασία: ουσιαστικά, η απόφαση δεν είχε καμία επίδραση στη ζωή της Πατριαρχικής ή της "Τικωνιτικής" Εκκλησίας. 
Το ξαφνικό χτύπημα ενάντια στον Αναστηλωτισμό ήταν η επιστροφή του Πατριάρχη Τικόν σε ενεργό καθήκον τον Ιούνιο του 1923, όταν, υπό διεθνείς πιέσεις, απελευθερώθηκε από την κατ 'οίκον περιορισμό. Ήδη από τότε, η μεγάλη παθητική αντίσταση στους Αναστηλωτές, ειδικά στις αγροτικές περιοχές, είχε υπονομεύσει τις προσπάθειές τους να «αναλάβουν» τη Ρωσική Εκκλησία. Στις 15 Ιουλίου 1923, ο Πατριάρχης δήλωσε ότι όλα τα ανακαινιστικά διατάγματα, καθώς και όλες οι μυστηριώδεις πράξεις τους (συμπεριλαμβανομένων των συνωμοσιών ) ήταν χωρίς χάρη, λόγω της «περιπλάνησης» με την οποία προσπάθησαν να καταλάβουν την εξουσία στην Εκκλησία και την πλήρη αγνόησή τους για κανόνα . Τον Αύγουστο του 1923, το συμβούλιο ρωσικών ορθοδόξων επισκόπων, που επέστρεψε από την εξορία και τη φυλάκιση, επιβεβαίωσε την απόφαση του Τικόν, αναγγέλλοντας την ανακατασκευαστική ιεραρχία ως «παράνομη και χωρίς χάρη». Ορισμένες από τις εκκλησίες επιστράφηκαν στους «Τικονίτες» (όπως οι ανακαινιστές ονόμαζαν τότε την «πατριαρχική» Εκκλησία) και πολλοί επισκόποι και ιερείς που είχαν πιεστεί για να στηρίξουν το σχίσμα , μετανόησαν και επανήλθαν στην κοινωνία . 
Τον Αύγουστο του 1923, ένας αγώνας εξουσίας μεταξύ των φατριών της Ανακαινιστικής Συνόδου είχε ως αποτέλεσμα την αναγκαστική παραίτηση του Μητροπολίτη Αντωνίν Γκρόνοφσκι. Ο Αντωνίν αποχώρησε στην εκκλησία της Μόσχας, η οποία καταλήφθηκε από την ομάδα του («Ένωση Εκκλησιαστικής Ανανέωσης») και, επιστρέφοντας στον προηγούμενο τίτλο του «επίσκοπο», ασχολήθηκε με μια σειρά ριζοσπαστικών λειτουργικών πειραμάτων: π.χ. το κέντρο της εκκλησίας κλπ. Έκανε μία από τις πρώτες μεταφράσεις της Θείας Λειτουργίας σε σύγχρονη Ρωσία . Τελικά, έσπασε την κοινωνία με την ανακατασκευαστική εκκλησία στο σύνολό της και πέθανε ασυμβίβαστα και με τις δύο πλευρές του σχίσματος. Η ομάδα του αποδιοργανώθηκε μετά το θάνατό του το 1927. 
Εκτός από τον εκκλησιολογικό πειραματισμό, τη δεκαετία του 1920, η Ανακαινιστική Εκκλησία είχε κάποια δραστηριότητα στους τομείς της εκπαίδευσης και της απολογητικής. Συγκεκριμένα, το 1924 επετράπη στην εκκλησία να ανοίξει δύο ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης: τη Θεολογική Ακαδημία της Μόσχας και το Θεολογικό Ινστιτούτο στο Λένινγκραντ . Κάποιες επαφές έγιναν με άλλα τμήματα της χριστιανικής ανατολής: Έτσι, το Δεύτερο Ανακαινιστικό Συμβούλιο (γνωστό και ως 3ο Ρωσικό Συμβούλιο ), που συγκλήθηκε στη Μόσχα στις 1-9 Οκτωβρίου 1925, σηματοδοτήθηκε από την παρουσία των εκπροσώπων των Πατριαρχείων Κωνσταντινούπολης και της Αλεξάνδρειας που συμπλήρωσαν την Ευχαριστία με άλλα μέλη της Ανακαινιστικής Συνόδου. 
Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1920, η κανονική Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία άρχισε να κάνει βήματα προς κάποια μορφή προσέγγισης με το σοβιετικό καθεστώς. Σημαντικά, το 1927, ο Αντιδήμαρχος Πατριάρχης Locum Tenens , ο Μητροπολίτης Sergius Stragorodsky εξέδωσε μια «Διακήρυξη» που διακηρύσσει την απόλυτη αφοσίωση της Εκκλησίας στη σοβιετική κυβέρνηση και τα συμφέροντά της. Στη συνέχεια, μια Σύνοδος που σχηματίστηκε από τον Σέργιο, έλαβε αναγνώριση από τους Σοβιετικούς. Αυτό είχε θέσει σε ισχύ την Ανακαινιστική Συνάθροιση ως τον κύριο εκπρόσωπο της συμμαχίας μεταξύ της Εκκλησίας και του Σοβιετικού κράτους, και τότε άρχισε η ταχεία ανατροπή του κινήματος ανακαίνισης. 

Δεύτερη περίοδος (1930-1940)

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930 η γενική αποτυχία του κινήματος έγινε εμφανής. Αφού δεν κατάφεραν να προσελκύσουν την πλειοψηφία των πιστών, το κίνημα έπαψε να είναι χρήσιμο για το σοβιετικό καθεστώς και, κατά συνέπεια, τόσο η «πατριαρχική» Εκκλησία όσο και οι αναστηλωτές υπέφεραν από σκληρές διώξεις στα χέρια σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών: συχνά καταστράφηκαν. οι ενεργοί κλήροι και λαϊκοί φυλακίστηκαν και μερικές φορές εκτελέστηκαν. Ταυτόχρονα, προσπαθώντας να «ξανακερδίσει» τους πιο παραδοσιακούς Ρώσους Ορθόδοξους , η εκκλησία είχε εγκαταλείψει όλες τις προσπάθειες εκκλησιαστικής ή λειτουργικής μεταρρύθμισης, με εξαίρεση τις παραχωρήσεις που είχαν γίνει προηγουμένως στον παντρεμένο κλήρο. Αντ 'αυτού, η Ανακατασκευαστική Εκκλησία έκανε προσπάθειες να μιμηθούν τις εξωτερικές λειτουργικές και οργανωτικές μορφές των αντιπάλων τους από την «Πατριαρχική» Εκκλησία. 
Το 1934, η Ανακαινιστική Σύνοδος εξέδωσε μια περίφημη απόφαση με την οποία δήλωνε ότι η «πίστη στην παλιά εκκλησία» ( πατρόκτιστη εκκλησία), δηλαδή η Πατριαρχική Εκκλησία, ήταν «αίρεση» και «σχίσμα». Ο αρχιερέας πίσω από αυτή τη "έξυπνη" απόφαση, ο Μητροπολίτης Νικολάι (Πλατωνόφ) του Λένινγκραντ παραιτήθηκε από την επισκοπή το 1938, καταγγέλλει δημοσίως την πίστη και έγινε κακόφημος πολλαπλασιαστής του αθεϊσμού . Η εκκλησιαστική εκκλησία συνέχισε να μειώνεται σε αριθμούς, η διαδικασία που εντάθηκε από το 1939, όταν η Σύνοδος απαγόρευσε στους επισκοπικούς επισκόπους να κάνουν οποιεσδήποτε ιερατικές εκκλησίες χωρίς την έγκρισή της. 
Το τελικό χτύπημα της κίνησης ήρθε με την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το 1941. Η κατοικία του Μητροπολίτη έπρεπε να μεταφερθεί λόγω εκκένωσης. Ως εκ τούτου, η Σύνοδος αντιμετώπισε δυσκολίες στην επαφή και τον έλεγχο του κληρικού της στις ενορίες. Το πιο σημαντικό είναι ότι, στις προσπάθειές του να αναζητήσει ηθική και οικονομική υποστήριξη από την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία , ο Ιωσήφ Στάλιν αποφάσισε να στραφεί προς την πιο δημοφιλή και παραδοσιακή Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία που ηγείται ο Σέργιος , και όχι στους ανεπιτυχείς ανταγωνιστές της. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943 ο Στάλιν συναντήθηκε με τρεις επικεφαλής ιεράρχες της «Πατριαρχικής Εκκλησίας» και υποσχέθηκε να κάνει παραχωρήσεις στην Εκκλησία και τη θρησκεία εν γένει σε αντάλλαγμα για την υπακοή και την υποστήριξή της. 
Μια από τις συνέπειες αυτής της απίθανης συμφωνίας ήταν ότι οι ημέρες του κινήματος ανακαίνισης αριθμήθηκαν. Αυτό που ακολούθησε ήταν ένας κατακλυσμός αναστηλωτικών κληρικών που επιδιώκουν τη συμφιλίωση με τον Σέργιο. Κατά γενικό κανόνα, η Πατριαρχική Εκκλησία έκρινε ότι όλα τα μυστήρια που γιορτάζουν οι Ανακατασκευαστές «άκυρα και άκυρα» έλαβαν αυτές τις παραγγελίες σε εκείνες τις τάξεις στις οποίες συνέβησαν τη στιγμή που εντάχθηκαν στο σχίσμα (1922).Η μόνη εξαίρεση έγινε για τον μητροπολίτη Alexander Vvedensky , ο οποίος θεωρήθηκε ως ο «ιδρυτής του πατέρα» του σχίσματος. Ο Βεντένσκι αρνήθηκε να έρθει στο Πατριαρχείο της Μόσχας ως απλός και απεβίωσε χωρίς να συμφωνεί. 
Το 1943, η Ανακαινιστική Εκκλησία είχε 13 ενεργούς ιεράρχες και 10 ακόμη επισκόπους, συνταξιούχους ή εξορίστες. Μέχρι το 1945, έμειναν μόνο 3 επίσκοποι, εκ των οποίων ένας συνταξιούχος. Στη Μόσχα, μόνο μία εκκλησία παρέμεινε υπό αναστηλωτικό έλεγχο - τα υπόλοιπα εκκλησιαστικά ακίνητα είχαν επιστραφεί από τη σοβιετική κυβέρνηση στο Πατριαρχείο της Μόσχας ενώ ο Βεντένσκυ ήταν σε εκκένωση. Ο Vvedensky πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 8 Ιουλίου 1946, με την εκκλησία του να βρίσκεται σε πλήρη αναστάτωση. Αυτή η ημερομηνία γενικά θεωρείται ότι είναι το τέλος του ανακαινιστικού σχίσματος. 

Ηγεσία και διοίκηση

Το κεντρικό διοικητικό όργανο της Ανακαινιστικής Εκκλησίας, καθώς και ολόκληρη η διοίκησή του, βρισκόταν σε συνεχή ροή και άλλαξε ονόματα αρκετές φορές στη διάρκεια των 28 χρόνων της ύπαρξής της. Αρχικά ονομάστηκε ανώτατη διοίκηση της Εκκλησίας ( Высшее церковное управление ), κατόπιν Ανώτατο Συμβούλιο της Εκκλησίας (1922-23). Στη συνέχεια υιοθέτησε ένα πιο παραδοσιακό στυλ: την Ιερά Σύνοδο της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην ΕΣΣΔ (1923-1933). Ο Πρόεδρός του θεωρούνταν αρχικά ιεράρχης της εκκλησίας, ανεξάρτητα από το βλέμμα που κατείχε. 
Στα μεταγενέστερα της χρόνια, η διοίκηση ανακαίνισης άρχισε να κλίνει περισσότερο προς πιο "παραδοσιακούς" τίτλους. Το 1933 εισήχθη η θέση του Πρώτου Ιεράρχη ( Πέρвоϊέραρχ ), σε αντίθεση με την Εκκλησία «Τιχωνίτη», η οποία δεν είχε να έχει πατριάρχη μέχρι το 1943. Η θέση δόθηκε στον τότε Πρόεδρο της Συνόδου Βιτάλι Βεντενσκυ , στα μέσα της δεκαετίας του 1920, όλη η εξουσία στην Ανακατασκευαστική Εκκλησία είχε εδραιωθεί στα χέρια του πραγματικού αρχηγού της, του μητροπολίτη Αλέξανδρου Βεντεσένκι . Προς τα τέλη της δεκαετίας του '30, ο A. Vvedensky έφερε ένα πολύ περίεργο όμιλο τίτλων, που εφευρέθηκε ειδικά γι 'αυτόν: ο Μητροπολίτης - Apologete-Evangelizer και ο Αναπληρωτής Πρώτος Ιεράρχης . Το φθινόπωρο του 1941 ο ίδιος ανέλαβε τον τίτλο του πρώτου Ιεράρχη και έκανε μια αποτυχημένη προσπάθεια να διακηρυχθεί πατριάρχης όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών στην ΕΣΣΔ . Η προσπάθεια δεν έλαβε καλά από τους συναδέλφους κληρικούς του και τον Δεκέμβριο του 1941 επανήλθε στους προηγούμενους τίτλους του. 

Οι αρχηγοί Ιεραρχών της Αναστηλωτικής Εκκλησίας

Οι ιεράρχες στη θέση των επίσημων ηγετών της Ανακαινιστικής Εκκλησίας το 1922-1946 ήταν: 
Μητροπολίτης Αντωνίν (Granovsky) της Μόσχας - 15 Μαΐου 1922 - 25 Ιουνίου 1923 (+ 1927) 
Μητροπολίτης Yevdokim (Meschersky) της Οδησσού - 26 Ιουνίου 1923 - Φεβρουάριος 1925 (+ 1935) 
Μητροπολίτης Βενιαμίν (Μουράτοφσκι) Μόσχας και Κολομνα - Φεβρουάριος 1925 - 6 Μαΐου 1930 
Μητροπολίτης Βιτάλη ( Τούλα) - Πρόεδρος της Συνόδου 10 Μαΐου 1930 - 1933. Πρώτος Ιεράρχης 5 Μαΐου 1933- 6 Οκτωβρίου 1941 (+ 1950) 
Μητροπολίτης Αλεξάντρ (Vvedensky) - Αναπληρωτής Πρώτος Ιεράρχης Απρίλιος 1940 - Οκτώβριος 1941? Πρώτος Ιεράρχης 10 Οκτωβρίου 1941 - 8 Αυγούστου 1946. "Πατριάρχης" (?) Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1941 

Αξιολόγηση

Ενώ είχε μεταξύ των τάξεών του πολλούς ειλικρινείς και πιστούς κληρικούς, το ανανεωτικό κίνημα από την αρχή αποκάλυψε τις μεγάλες αδυναμίες του, οι οποίες ουσιαστικά υπονόμευαν ολόκληρη την έκκλησή του για την «ανακαίνιση» της εκκλησίας. Η στήριξή της από τη σοβιετική κυβέρνηση δεν βοήθησε να προχωρήσει η αιτία της. Αντίθετα, οι Ανακαινιστές συναντήθηκαν με την μαζική αντίδραση των «Τικωνικών» εκκλησιαστών και των λαϊκών, που θεωρούσαν την «Ζωντανή Εκκλησία» ως παράγοντες σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών. Ομοίως, η χαλάρωση των κανονικών περιορισμών σε σχέση με τον γραπτό γάμο οδήγησε πολλούς να θεωρήσουν ολόκληρο το κίνημα ως οδηγούμενο κυρίως από την ανικανοποίητη φιλοδοξία των παντρεμένων ιερέων. Το αμφιλεγόμενο ηθικό ανάστημα πολλών ηγετών της Ανακατασκευής - όπως ο Βεντένσκυ (τρείς παντρεμένοι, με πολλές εξωσυζυγικές υποθέσεις) ή ο Πλάτωνοφ (πράκτορας της GPU και, τελικά, αποστάτης ), σίγουρα αμαύρωσαν την εικόνα της «Αναστηλωτικής Εκκλησίας» στα μάτια των πιστός. 
Οι σύγχρονοι ιστορικοί της εκκλησίας θεωρούν γενικά το ανανεωτικό κίνημα ως απόκλιση από πιο ειλικρινείς και βάσιμες προσπάθειες εκκλησιαστικών μεταρρυθμίσεων στις αρχές του 20ού αιώνα. Ενώ αρχικά οι μεταρρυθμίσεις βρίσκονταν πράγματι στο επίκεντρο τουλάχιστον κάποιας Αναγέννησης, αργότερα το ζήτημα της ατελείωτης πίστης «με κάθε κόστος» στο σοβιετικό καθεστώς έγινε το σημαντικότερο σημείο διαχωρισμού. Όταν, τελικά, η Πατριαρχική Εκκλησία είχε βρει τρόπους για κάποια προσέγγιση με τη σοβιετική εξουσία, ο λόγος ύπαρξης για το σχίσμα έπαψε να υπάρχει και έπεσε σε παρακμή. 

Αναφορές

  1. Robert Service , Μια Ιστορία της Σύγχρονης Ρωσίας, από τον Νικόλαο ΙΙ στον Πούτιν p 135 ISBN 0-674-01801-X

Βιβλιογραφία

  • Α. Levitin-Krasnov και V. Shavrov. Ocherki po istorii russkoi cerkovnoi smuty [Δοκίμια από την ιστορία των ρωσικών αναταραχών της Εκκλησίας]. Πρώτη έκδοση - Ζυρίχ: Institut Glaube in der Welt, 1977; Δεύτερη έκδ. Υλικό για την ιστορία Cerkvi (= MPIC) 9. Μόσχα - Künsnacht, 1996. Online [1] .
  • Α. Levitin-Krasnov. Likhie gody, 1925- 1941 [Ταραχές χρόνια, 1925-1941]. Παρίσι: YMCA-Press, 1977; διαθέσιμες στο διαδίκτυο [2] . Ο Anatoly Levitin (1915-1991) ήταν πρώην ανακαινιστής διάκονος και φίλος του Vvedensky. στη δεκαετία του 1970 έγινε γνωστός σοβιετικός ακτιβιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων .
  • MV Shkarovsky. Obnovlencheskoe dvizhenie v Russkoi Pravoslavnoi Cerkvi XX veka [Το Ανανεωτικό Κίνημα στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία τον 20ό αιώνα]. Αγία Πετρούπολη, 1999.
  • IV Soloviev, ed. Obnovlencheskii Raskol: Η υλική διεύρυνση της ιστορικής και ιστορικής χαρτογραφίας και της κανονακεντίας Χαρακτηριστικό γνώρισμα των υλικών για τον θρησκευτικό, ιστορικό και κανονικό χαρακτηρισμό της MPIC 27. Μόσχα, 2002.
  • L. Regelson. Τραγωδία της Ρωσικής Εκκλησίας. 1917-1953 [3]


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ της Γνήσιας Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρουμανίας - ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΥΜΕ, ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΖΟΥΜΕ:

''Αφορισμός'' σε πολιτικούς και εκκλησιαστικούς

Τι έγραφαν επίσημα οι γοχ περί ταυτότητας. Σήμερα τι λεει ο Γερόντιος; Η θέση της συνόδου γοχ ποιά είναι;; Πότε θα ενημερώσουν με Ανακοίνωση ;;